Το παρακάτω άρθρο του Jorge Martin γράφτηκε στις 20 Μαρτίου 2020 και δημοσιεύτηκε στο marxist.com.
Το Συνδικαλιστικό Μπλοκ Κοινωνικής Ενότητας στη Χιλή απαιτεί απ’ την κυβέρνηση την εισαγωγή μιας άμεσης αποτρεπτικής καραντίνας για την καταπολέμηση της διάδοσης του Covid-19, διαφορετικά θα καλέσει σε «ανθρωπιστική γενική απεργία» ώστε να σταματήσει κάθε οικονομική δραστηριότητα «η οποία δεν είναι ουσιώδης για τη διατήρηση της υγείας και της ζωής». Εν τω μεταξύ, η μισητή κυβέρνηση Πινιέρα προσπαθεί να χρησιμοποιήσει την έκτακτη υγειονομική κατάσταση για να βάλει ένα τέρμα στον ξεσηκωμό που διαρκεί εδώ και 5 μήνες.
Στη Χιλή έχουν καταγραφεί πάνω από 400 κρούσματα του Covid-19 κι ο αριθμός αυξάνεται εκθετικά. Ο πρόεδρος Πινιέρα, αφού αρχικά αμέλησε την απειλή της επιδημίας, ανακήρυξε μια εθνική κατάσταση έκτακτης ανάγκης στις 18 Μαρτίου. Το περιεχόμενο της κατάστασης έκτακτης ανάγκης δεν έχει και πολλά να κάνει με την καταπολέμηση της πανδημίας αλλά αφορά στο να δώσει στον εαυτό του εξουσίες ώστε να κατεβάσει τον στρατό στους δρόμους, απαγορεύοντας τις συγκεντρώσεις πάνω των 500 ατόμων και γενικά περικόπτοντας τις δημοκρατικές ελευθερίες, ιδίως το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και της διαδήλωσης.
Διέταξε το κλείσιμο των σχολείων και των πανεπιστήμιων, συνοριακούς ελέγχους (ο ιός έφτασε στη Χιλή από ταξιδιώτες) κι άλλα βασικά μέτρα τα οποία διαφορετικά κομμάτια της κοινωνίας απαιτούσαν εδώ και ημέρες. Ωστόσο, όπως και σε άλλες χώρες, τα πρωτεύοντα κριτήρια για την κίνησή του αυτή υπήρξαν η υπεράσπιση των καπιταλιστών και των τραπεζιτών που εκπροσωπεί η κυβέρνησή του. Ενώ έκλεισε τα σχολεία, δεν έλαβε μέτρα για τη στήριξη των γονέων που ίσως τώρα χρειαστούν να μείνουν σπίτι για να προσέξουν τα παιδιά τους. Η παραγωγική δραστηριότητα παραμένει σε πλήρη λειτουργία.
Υπήρξε κι ένα δεύτερο κριτήριο στα μέτρα του Πινιέρα: το να ρίξει ένα αποφασιστικό χτύπημα στον ξεσηκωμό που έχει ταρακουνήσει συθέμελα τη χώρα απ’ τις 18 Οκτωβρίου, ξεκινώντας ακριβώς πριν από 5 μήνες. Το κίνημα κορυφώθηκε τον Νοέμβριο και θα μπορούσε εύκολα να είχε οδηγήσει στην ανατροπή της κυβέρνησης αν δεν ελλείπονταν μιας ρητής επαναστατικής ηγεσίας. Αυτό, σε συνδυασμό με τις διακοπές, σήμαινε μια προσωρινή διακοπή του κινήματος. Ωστόσο, ο Μάρτιος σημάδεψε την αρχή μιας νέας επίθεσης της λαϊκής αναταραχής. Υπήρξαν μαζικές πορείες για την Ημέρα της Γυναίκας και μια 48ωρη εθνική απεργία στις 8 & 9 Μαρτίου. Οι μαθητές εξαπέλυσαν ένα κίνημα σχολικών καταλήψεων το οποίο επεκτάθηκε ραγδαία σε όλη τη χώρα.
Η πανδημία του Covid-19 δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί μια καλύτερη στιγμή για την μισητή και ακραία αντιδημοφιλή κυβέρνηση Πινιέρα. Ή έτσι νόμιζε. Η απαγόρευση των συγκεντρώσεων άνω των 500 ατόμων δεν βγάζει κανένα νόημα, λες κι ο ιός δεν θα διαδοθεί σε συγκεντρώσεις των 100 ατόμων! Το γεγονός ότι κατέβηκε ο στρατός στους δρόμους δεν έχει τίποτα να κάνει με λόγους υγείας, αλλά έχει να κάνει με τη νομιμοποίηση της καταστολής.
Η κυβέρνηση, πέρα απ’ ότι έδωσε στον εαυτό της και τον στρατό έκτακτες εξουσίες, υπέγραψε μια συμφωνία με όλα τα πολιτικά κόμματα για την αναβολή του συνταγματικού δημοψηφίσματος το οποίο είχε σχεδιαστεί για τον Απρίλιο. Το δημοψήφισμα αυτό αποτέλεσε το κόλπο που χρησιμοποίησε το καθεστώς τον Νοέμβριο για να προσπαθήσει να κατευνάσει το κίνημα. Σκανδαλωδώς, όλα τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου αυτή τη φορά του Κομμουνιστικού Κόμματος, υπεγράψαν τη συμφωνία με την κυβέρνηση. Το ερώτημα δεν είναι εάν το δημοψήφισμα θα διεξαχθεί τον Απρίλιο ή όχι. Είναι ξεκάθαρο ότι στις παρούσες συνθήκες της επιδημίας του Covid-19 δεν είναι δυνατή η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Το σκανδαλώδες είναι ότι αριστερά κόμματα εμφανίστηκαν να νομιμοποιούν την κυβέρνηση και την ατζέντα της για την αποκινητοποίηση και τη σύνθλιψη του κινήματος του εργαζόμενου λαού.
Μολαταύτα, η κυβέρνηση και το σύνολο του καθεστώτος είναι ακραία αντιδημοφιλή. Ο λαός δεν τους εμπιστεύεται για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Στην πραγματικότητα, ένας απ’ τους λόγους για τον ξεσηκωμό του Οκτωβρίου υπήρξε ακριβώς το αίτημα για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους. Το χιλιανό σύστημα υγείας, το οποίο είναι σε μεγάλο βαθμό ιδιωτικοποιημένο, είναι θλιβερά απροετοίμαστο για την αντιμετώπιση του Covid-19. Ο αριθμός των νοσοκομειακών κλινών είναι μόλις 2 ανά 1.000 κατοίκους (σε σύγκριση με 8 στη Γερμανία και 6 στη Γαλλία). Υπάρχουν μόλις 590 Μονάδες Εντατικής Θεραπείας στον δημόσιο τομέα, όταν η επίσημη έκθεση αναφέρει ότι θα χρειαστούν 5.000 ΜΕΘ για την αντιμετώπιση της επιδημίας.
Οι εργάτες σε αρκετά εμπορικά κέντρα στην πρωτεύουσα του Σαντιάγο εγκαταλείψαν τα πόστα τους και ξεκίνησαν να διαδηλώνουν, διεκδικώντας είτε να τους δωθεί προσωπικός εξοπλισμός προστασίας είτε να σταλθούν σπίτι τους. Στις 17 Μαρτίου, οι οδηγοί σε μερικές απ’ τις γραμμές της εταιρείας SUBUS [εταιρεία δημόσιων συγκοινωνιών] αρνήθηκαν να εργαστούν εκτός κι αν τους δωθεί προσωπικός εξοπλισμός προστασίας. Σε απάντηση, η εταιρεία αποφάσισε ν’ απολύσει 28 εργάτες, κάτι που προκάλεσε μια μαζική εγκατάλειψη των πόστων εργασίας απ’ το σύνολο του εργατικού δυναμικού της εταιρείας.
Σ’ αυτή την κατάσταση τεράστιας πίεσης από τα κάτω για τη λήψη μέτρων αναφορικά με την προστασία των εργατών κι εν γένει του πληθυσμού, το Συνδικαλιστικό Μπλοκ Κοινωνικής Ενότητας (η συντονιστική επιτροπή των συνδικάτων και των κοινωνικών οργανώσεων που στήθηκε κατά τον ξεσηκωμό των τελευταίων μηνών) εξέδωσε μια έντονα διατυπωμένη ανακοίνωση.
Απαιτούν την άμεση ανακήρυξη μιας αποτρεπτικής καραντίνας, το κλείσιμο όλων των μη-απαραίτητων τομέων της παραγωγής. Στην αρχή το αίτημα αυτό κατατέθηκε προς την κυβέρνηση απ’ το Colegio de Médicos, το επαγγελματικό σώμα των ιατρών. Ωστόσο, όταν η κυβέρνηση αρνήθηκε ακόμη και να προβεί σε συζήτηση με τις οργανώσεις της Κοινωνικής Ενότητας, τότε η τελευταία εξέδωσε μια ακόμη ανακοίνωση στις 19 Μαρτίου δηλώνοντας ότι απ’ τη στιγμή που η κυβέρνηση δεν ακούει, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις θα κηρύξουν μια «ανθρωπιστική απεργία» ξεκινώντας απ’ τις 20 Μαρτίου, κλείνοντας οι ίδιοι την παραγωγή. «Αν οι αρχές κι οι ισχυροί δεν μας φροντίσουν, θα το κάνουμε εμείς», δήλωσαν.
Πρόκειται για ένα αίτημα το οποίο έχει επίσης τεθεί, σε διαφορετικούς βαθμούς, στην μια χώρα μετά την άλλη. Εργάτες στην Ιταλία, την Ισπανία, την Αυστρία, τον Καναδά και τις ΗΠΑ αποχωρούν απ’ τα πόστα τους διεκδικώντας προστατευτικά μέτρα και το κλείσιμο όλων των μη-απαραίτητων οικονομικών δραστηριότητων. Η μάχη ενάντια στον Covid-19 αποκαλύπτει ρητά την αντίφαση μεταξύ των καπιταλιστικών κερδών και των ζωών των εργατών κι εν γένει του λαού.
Πέρα απ’ την παύση κάθε μη-απαραίτητης οικονομικής δραστηριότητας, τα συνδικάτα απαιτούν επίσης οικονομικά μέτρα για τη στήριξη των εργατών και των μικρών επιχειρήσεων, την απαγόρευση των απολύσεων, την απαγόρευση της μείωσης των μισθών, τον έλεγχο των τιμών για την αποφυγή της αισχροκέρδιας και των απατών, προστατευτικά μέτρα για τους εργάτες των απαραίτητων παραγωγικών τομέων, παύση καταβολής δόσεων των ενυπόθηκων δανείων, κλπ.
Τα αιτήματα αυτά είναι, φυσικά, πολύ θετικά, δεν πηγαίνουν όμως αρκετά μακρυά. Είναι σαφές ότι σε μια κατάσταση όπως η παρούσα, το κεντρικό αίτημα που λείπει είναι η απαλλοτρίωση του συνόλου των ιδιωτικών εγκαταστάσεων υγείας κι ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τη δημιουργία εκατοντάδων επιπλέον ΜΕΘ. Πρέπει να εγγυηθεί η καταβολή των μισθών του συνόλου των εργατών που μένουνε σπίτι τους λόγω της καραντίνας. Χρειάζεται να παρθούν και μέτρα για την προστασία των εργατών που δουλεύουν στους ανεπίσημους κι επισφαλείς τομείς της οικονομίας, οι οποίοι εκπροσωπούν το 38% του συνολικού εργατικού δυναμικού.
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, φαίνεται ότι δεν υπάρχει μεγάλη ανταπόκριση στο κάλεσμα σε γενική απεργία που εξέδωσε η Κοινωνική Ενότητα. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Η ίδια η Κοινωνική Ενότητα έχει κηλιδωθεί, παίζοντας για παράδειγμα έναν ασήμαντο ρόλο στη 48ωρη απεργία στις 8 & 9 Μαρτίου. Οι ηγέτες των οργανώσεών της έχουν τη τάση να δίνουν συνεντεύξεις τύπου και να προβαίνουν σε πομπώδεις δηλώσεις οι οποίες δεν έχουν τη στήριξη μαζικών συνελεύσεων κι αγκιτάτσιας στους χώρους εργασίας.
Ωστόσο, το κλίμα που επικρατεί στη Χιλή είναι ο συσσωρευμένος θυμός. Ο λαός τώρα βλέπει το πως η ακραία κακόφημη κυβέρνηση χρησιμοποιεί κυνικά την υγειονομική κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τους δικούς της άκαρδους σκοπούς. Το γεγονός ότι η Κοινωνική Ενότητα έχει καλέσει τους εργάτες να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους είναι εξαιρετικά σημαντικό και θέτει, δυνητικά, το ερώτημα του ποιος κυβερνά τη χώρα: η κυβέρνηση Πινιέρα ή η εργατική τάξη;
Το κίνημα για την καταπολέμηση της πανδημίας και την προστασία της υγείας και των ζωών των εργάτων κι εν γένει του λαού πρέπει να συνδεθεί με το αίτημα για την ανατροπή αυτής της κυβέρνησης και του συνόλου του καθεστώτος που εκπροσωπεί.