Το παρακάτω κείμενο προέρχεται απ’ το δεύτερο τεύχος του περιοδικού Blaumachen, που κυκλοφόρησε το 2007. Δεν συνηθίζουμε να αναδημοσιεύουμε κείμενα. Για την ακρίβεια, πρόκεται για την πρώτη φορά που αναδημοσιεύουμε κάποιο κείμενο. Δεδομένου όμως ότι έχουμε ασχοληθεί σ’ αρκετές δημοσιεύσεις μας με το ζήτημα της σύγκρουσης Ισραήλ-Παλαιστίνης και τους εδώ υποστηρικτές και των δύο πλευρών, θεωρούμε σημαντική την «επανεμφάνιση» του παρόντος άρθρου, καθώς η ιστοσελίδα του Blaumachen βρίσκεται εδώ και καιρό εκτός λειτουργίας, κάτι που δυσκολεύει την πρόσβαση στα κείμενά τους. Να πούμε επίσης και κάτι προκαταβολικά: όποιος προσπαθήσει να απορρίψει το κείμενο βάσει απλώς της μετέπειτα ιστορίας του Woland, ενός εκ των δύο συγγραφέων του κειμένου, απλά προσπαθεί ν’ αποφύγει ν’ απαντήσει στα ζητήματα τα οποία τίθονται στο κείμενο.

To κείμενο αυτό γράφτηκε ως κριτική στις αντιγερμανικές απόψεις που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του πρόσφατου πολέμου στον Λίβανο. Οι απόψεις αυτές εκφράστηκαν στα δύο κείμενα-«καταγγελίες» που συνυπέγραψαν οι ομάδες Terminal119 και Cafe Morgenland με τίτλους: «Όταν πέφτουν οι μάσκες» και «Μην προκαλείτε τον ελληνικό λαό» (Αύγουστος 2006). Η θεωρητική βάση των απόψεων που εκφράζονται στα δύο αυτά κείμενα παρουσιάζεται συγκροτημένα στο κείμενο των Cafe Morgenland με τίτλο: «Η κρυφή γοητεία του αριστερού αντισημιτισμού» (Δεκέμβρης 2005). Το τελευταίο φιλοξενείται στην ιστοσελίδα των Terminal119 ως «μια καινοφανής και χρήσιμη ανάλυση για τον αντισημιτισμό της σύγχρονης αριστεράς στον ελλαδικό χώρο» και χρησιμοποιείται εδώ ως βάση για να αναπτυχθεί η κριτική μας.

Θα δείξουμε παρακάτω ότι η στήριξη των απόψεων που εκφράζονται στα παραπάνω κείμενα γίνεται με μια ευρείας έκτασης παραποίηση της ιστορίας. Ότι η διαστρέβλωση αυτή, όπως και η αποδοχή της επιχειρηματολογίας των Cafe Morgenland από τους Terminal119 σχετικά με τον αντισημιτισμό, δεν αποτελεί παρέκκλιση αλλά πιστή προέκταση των δημοκρατικών απόψεων που εκφράστηκαν στην πρώτη μπροσούρα των τελευταίων[1] και τελικά ότι οι απόψεις αυτές, μακράν από το να είναι ριζοσπαστικές, καταλήγουν ως ιδεολογία να ενδυναμώνουν το κεφάλαιο αναπαράγοντας τη σύγχυση και τον εθνικισμό.

Η παραποίηση της ιστορίας

Μπορεί κάποιος διαβάζοντας τα παραπάνω κείμενα να αναρωτηθεί: τι έπαθαν ξαφνικά οι Terminal119[2] και ασχολήθηκαν με την υπεράσπιση από βεβήλωση ενός μνημείου που στήθηκε από το ελληνικό κράτος σε πολιτική συνεργασία με το ισραηλινό και γερμανικό κράτος[3]; Ενός μνημείου η κατασκευή του οποίου ουσιαστικό σκοπό είχε να μετατρέψει σε θέαμα το πογκρόμ που δέχτηκε ο εβραϊκός πληθυσμός της Θεσσαλονίκης κατά τα χρόνια της κατοχής από τους Ναζί. Eπίσης, μπορεί κανείς να αναρωτηθεί: Πώς είναι δυνατόν κάποιοι που δηλώνουν αντικρατιστές να αποδέχονται απόψεις που εξυμνούν το δικαίωμα του στρατού του Ισραήλ να υπερασπίζεται το «περιτριγυρισμένο από Άραβες ισραηλινό κράτος»[4];

Είμαστε αλληλέγγυοι με την διαμαρτυρία/καταγγελία της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης για τη βεβήλωση του Μνημείου, στην οποία τονίζει: «Το μνημείο αυτό, που εγκαινιάστηκε το 1997 από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο, αφιερώθηκε από την Ελληνική Πολιτεία στη μνήμη των 50.000 Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης που εξοντώθηκαν από τους Ναζί. Οποιαδήποτε προσπάθεια σύνδεσής του με άλλα γεγονότα είναι άστοχη και προσβάλλει τη μνήμη των αθώων αυτών θυμάτων»[5].

Η αντι-ιμπεριαλιστική αριστερά, προσεγγίζοντας την κοινωνική δυναμική με όρους έθνους και λαού, ενσωματώνει -συγκυριακά- αντισημιτικά στοιχεία. Επιπλέον, υπάρχουν κόμματα της αριστεράς που δικαιολογούν μεγάλο κομμάτι της πολιτική τους ύπαρξης στις σφαγές του στρατού του ισραηλινού κράτους. Προσπαθώντας να αποτελέσουν το αντίβαρο στον αντι-ιμπεριαλισμό της αριστεράς, οι Terminal119 αναγκάστηκαν -συγκυριακά και πάλι- να εισάγουν τον αντιγερμανισμό, δηλαδή μια άλλη μορφή αντι-ιμπεριαλισμού, στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό τους οδήγησε να δηλώσουν αλληλέγγυοι στην Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, δηλαδή μια οργάνωση που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα μιας κοινότητας ανθρώπων, ορισμένης με βάση εθνικά χαρακτηριστικά. Εδώ ο «νέος αντι-αντι-ιμπεριαλισμός», τον οποίο προτείνουν, παίρνει κι αυτός μια «καινοφανή» διάσταση· ταυτίζεται με τον κυρίαρχο κρατικό-δημοκρατικό λόγο. Ας δούμε τι δήλωσε ο Γερμανός υπουργός εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ όταν ήρθε στην Ελλάδα ειδικά για να εκφωνήσει λόγο στο μέγαρο μουσικής προς τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, την επόμενη της επίσημης τελετής «μνήμης», το Γενάρη του 2005:

«Η Γερμανία νοιώθει μεγάλη ντροπή για τα ναζιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα: στο Δίστομο, τον Χορτιάτη, τα Καλάβρυτα». Ο κ. Φίσερ εξέφρασε τη φρίκη που -όπως είπε- νοιώθει στη θύμηση των τρένων του θανάτου που οδηγούσαν στο Άουσβιτς και δήλωσε πως «ποτέ δεν θα ξεχάσουμε αυτά τα βιομηχανοποιημένα εγκλήματα, που έγιναν με γερμανική διαταγή και από γερμανικό χέρι». Αναφερόμενος στην Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης και στα θύματά της, είπε ότι στο Άουσβιτς «ξεκληρίστηκε ένα κομμάτι της ιστορίας και του πολιτισμού της Θεσσαλονίκης, μιας πόλης που μέχρι τότε ήταν γνωστή ως η Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων». Καταλήγοντας ο κ. Φίσερ είπε ότι «αυτά τα εγκλήματα θα είναι πάντα κομμάτι της ιστορίας μας», για να διακηρύξει πως «έχουμε μια ειδική ευθύνη να μην ξαναγίνουν ποτέ» (in.gr, 28/1/2005).

Ένας υπουργός που προέρχεται από το κίνημα της αντικουλτούρας είναι φυσικό να είναι άσσος στην ενσωμάτωση των ιδεών της. Όταν το γερμανικό κράτος θέλει, γίνεται πιο αντιγερμανικό από τους ίδιους τους αντιγερμανούς. Αλλά ποια είναι, αλήθεια, η άποψη των αντιγερμανών για το Ολοκαύτωμα, το γερμανικό και το ισραηλινό κράτος; Βασικό άξονα της επιχειρηματολογίας τους υπέρ του κράτους και του στρατού του Ισραήλ αποτελεί η παραδοχή πως αυτό ιδρύθηκε για να προστατεύσει τους -επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος- Εβραίους από την επανάληψη του «Μοναδικού» αυτού ιστορικού εγκλήματος. Επιπλέον, οι πολιτικές των κυβερνήσεων του Ισραήλ δεν έχουν καμία σημασία:

Ως αποτέλεσμα του Ολοκαυτώματος υπήρξαν τρία γεγονότα: Το αποφασιστικό και προέχον όλων ήταν η εξολόθρευση έξι εκατομμυρίων Εβραίων. Υπήρχαν επίσης άλλα δύο αποτελέσματα. Η ανοικοδόμηση του κράτους των αυτουργών, της ΟΔΓ [Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας] και η ίδρυση του κράτους των θυμάτων, του Ισραήλ, του καταφύγιου των θυμάτων. Αυτό το τελευταίο αποτέλεσμα είναι και παραμένει για τους Γερμανούς κάθε χρώματος η μοναδική, η σταθερή και αποφασιστική βάση (για όσους χρειάζονται κάτι τέτοιο), για να δείξουν πρακτική αλληλεγγύη με το καταφύγιο των θυμάτων και των απογόνων τους χωρίς ιδιαίτερη επιχειρηματολογία. Επιπλέον είναι εντελώς αδιάφορο, τι πολιτική ακολουθεί η εκάστοτε ισραηλινή κυβέρνηση.

Είναι απαράδεκτο και απορριπτέο, ως αιτιολόγηση της αλληλεγγύης προς το Ισραήλ να τονίζονται τα πλεονεκτήματα της ισραηλινής κοινωνίας ως δημοκρατικής, φιλελεύθερης και ανεκτικής απέναντι στις μειονότητες. Αν οι Ισραηλινοί έχουν διαλέξει τη σωστή ή τη λάθος κρατική μορφή[6], αν έχουν την καλύτερη ή τη χειρότερη στάση απέναντι στις μειονότητες, δεν παίζει απολύτως κανένα ρόλο σε σχέση με τη στάση απέναντι σ’ αυτό το κράτος, δεν επιτρέπεται να παίζει[7].

Μπορεί κανείς να βρει δεκάδες παραλλαγές της ίδιας θέσης στο πρώτο τεύχος των Terminal119:

το κράτος δηλαδή που αποτελεί τη μοναδική οντότητα στον πλανήτη που εγγυάται την ασφάλεια από τέτοιες επιθέσεις […] Το κράτος του Ισραήλ φτιάχτηκε ιστορικά, πέρα από όλους τους άλλους λόγους που φτιάχτηκαν και τα υπόλοιπα κράτη, και για έναν ακόμη λόγο: για να λειτουργήσει ως χώρος προστασίας από το αντισημιτικό μένος. […] Από το 1948, με το που ιδρύεται στη Μέση Ανατολή, ξεκινά την άμυνα του απέναντι στα αραβικά καθεστώτα […] Είναι γελοίο να το συγκρίνουμε με οποιοδήποτε άλλο κράτος […] Ο Σιωνισμός αποτέλεσε μια αμυντική ιδεολογία των Εβραιών στο κύμα του αντισημιτισμού που αντιμετώπιζαν είκοσι, τριάντα και εκατό χρόνια πριν το Ολοκαύτωμα[8].

Εμείς, από την άλλη, για να απαντήσουμε στο ερώτημα «Ήθελαν όντως όλοι οι Εβραίοι ένα κράτος να τους προστατεύει;» ή «Αποτελούσε ο σιωνισμός ιδεολογία όλων των Εβραίων;» θα ανατρέξουμε στην ιστορική μαρτυρία του Άγι Στίνα, του γνωστού διεθνιστή κομμουνιστή και δάσκαλου του Κορνήλιου Καστοριάδη, στο βιβλίο του Αναμνήσεις, 70 Χρόνια Κάτω από τη Σημαία της Σοσιαλιστικής Επανάστασης (εκδόσεις Ύψιλον):

Γνωρίζαμε σχετικά με την «Διακήρυξη της Μπαλφούρ», την επίσημη υπόσχεση που δόθηκε στους Εβραίους από την Βρετανική κυβέρνηση κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου ότι θα τους εγκαθιστούσε στο έδαφος «των πατέρων τους». Η Εβραϊκή Κοινότητα και η Συναγωγή της Θεσσαλονίκης είχε καλέσει όλους τους Εβραίους μαζί να γιορτάσουν το γεγονός. Η συγκέντρωση έλαβε χώρα το πρωί, κεκλισμένων των θυρών. Το απόγευμα της ίδιας μέρας πλήθος Εβραίων εργατών και διανοούμενων ξεχύθηκε στους δρόμους, ανεμίζοντας κόκκινες σημαίες, και φωνάζοντας τα παρακάτω συνθήματα: «Όχι στο κράτος του Ισραήλ, αλλά στην παγκόσμια σοσιαλιστική κοινωνία, αδελφωμένοι με όλους τους λαούς του κόσμου, θα εξασφαλίσουμε οι Εβραίοι τη ζωή μας, την ασφάλειά μας και την ευτυχία μας», «Ζήτω η παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση», «Κάτω ο σιωνισμός».

Κάθε εθνικισμός, όπως αυτός ο ισραηλιτικός αντιφασιστικός εθνικισμός των Cafe Morgenland, είναι υποχρεωμένος να καταδικάζει συλλήβδην τον εχθρό. Τον ομογενοποιεί και τον στοχοθετεί. Ο τρόπος που οι Terminal 119 επέλεξαν να αναφερθούν στο μνημείο και γενικά στην ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης δεν προέρχεται προφανώς από μια ελλιπή ιστορική έρευνα. Αποτελεί πολιτική επιλογή και στηρίζεται στην ιστορική παραποίηση, χαρακτηριστικό δείγμα της οποίας συναντάται στο κείμενο των Cafe Morgenland που φιλοξενούν στην ιστοσελίδα τους. Η εσκεμμένη γενικότητα της ρητορείας που παρατηρούμε εκεί προσπαθεί, ξεκινώντας από τη μονόπλευρη παρουσίαση και φτάνοντας μέχρι το ξεκάθαρο ψέμα, να τονίσει το χριστιανικό αντιεβραϊκό μίσος και την ευθύνη του ελληνικού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης και κυρίως των αριστερών για την τύχη των Εβραίων. Παρατηρούν, επιπλέον, ότι η σύγχρονη ελληνική αριστερά «γεννήθηκε» ουσιαστικά από «ελληνοχριστιανούς» αντισημίτες όταν μοιραία έκοψε τον ομφάλιο λώρο με τους πρώτους Εβραίους σοσιαλιστές αγωνιστές. Ο κομμουνισμός (και γενικά κάθε άποψη που αυτο-αποκαλείται κομμουνιστική) παρουσιάζεται στο κείμενο αδύναμος να διαχωριστεί από τα ενδογενή αντισημιτικά του στοιχεία. Ο συναισθηματικός εκβιασμός του ολοκαυτώματος πλαισιώνει τις διαστρεβλώσεις. Κάποια χαρακτηριστικά κομμάτια που προδίδουν το γενικό ύφος είναι και τα παρακάτω:

Από ότι φαίνεται, η ελληνική Αριστερά στην συντριπτική της πλειοψηφία δε συγχώρησε ακόμη στους Εβραίους το ότι μερικοί από αυτούς επιζήσανε. […] Ουκ ολίγες ήταν οι περιπτώσεις που οι ελληνοχριστιανοί περίμεναν σαν τους γύπες από τα άγρια χαράματα να μαζώξουν οι Γερμανοί τους Εβραίους συμπατριώτες τους για να το ρίξουν στο πλιάτσικο των περιουσιών τους. […] Ταυτόχρονα με τη γέννηση αυτής της Οργάνωσης [Φεντερασιόν] […] άρχισε η διείσδυση του ήδη υπάρχοντα αντισημιτισμού των λαϊκών στρωμάτων στην Αριστερά, μέσω «ελληνοχριστιανών» κομμουνιστών. […] Παρόλο που από την αρχή του πολέμου ο εξοντωτικός αντισημιτισμός των ναζήδων εκφραζόταν ανοιχτά (από το 1942 τούς είχαν ήδη αναγκάσει στην Ελλάδα να φορούν το κίτρινο άστρο του Δαβίδ) και τουλάχιστον οι κατατρεγμοί ενάντια στον εβραϊκό πληθυσμό στην κατεχόμενη Ευρώπη ήταν πλατιά γνωστοί, δεν κουνήθηκε φύλλο. Ειδικά στην Ελλάδα είχαμε τις απελάσεις αργότερα από άλλες χώρες. Όταν δηλαδή το αντάρτικο ήταν στο φόρτε του. Σε μια χώρα με ένα αξιόμαχο αντάρτικο σαν τον ΕΛΑΣ, με ένα μαζικό απελευθερωτικό μέτωπο σαν το ΕΑΜ δεν συνέβη τίποτε.

Βλέπουμε, λοιπόν, παραπάνω στο κείμενο των Cafe Morgenland μια προσπάθεια να αποδοθεί συνολικά στο ελληνικό προλεταριάτο η κατηγορία του πλιάτσικου των περιουσιών των Εβραίων της Θεσσαλονίκης (σαν τους γύπες…). Οι συνδυασμένες ενέργειες των δυνάμεων κατοχής και του ελληνικού κράτους αποδίδονται εσκεμμένα στους πεινασμένους και τις πεινασμένες της εποχής. Πράγματι έγινε πλιάτσικο της περιουσίας των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τον Gοtz Aly (Hitler’s Beneficiaries, Metropolitan Books, 2005), ο εκτοπισμός των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και η αρπαγή του χρυσού που διέθεταν ήταν ο μόνος τρόπος να διασωθεί η καταρρέουσα, υπό την πίεση των εξόδων των στρατευμάτων κατοχής, ελληνική οικονομία το 1942. Γι’ αυτό το λόγο, μάλιστα, το ελληνικό κράτος, υπό τις υποδείξεις των δυνάμεων κατοχής, δημιούργησε την Υπηρεσία Διαχείρισης Ισραηλιτικών Περιουσιών, ώστε να αποτρέψει το ανορθολογικό πλιάτσικο, μετατρέποντάς το σε αναδιανομή του πλούτου προς όφελος της ντόπιας αστικής τάξης. Κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί και με τις περιουσίες των μουσουλμάνων της Θεσσαλονίκης το 1922.

Οι δυνάμεις κατοχής από τον Μάρτιο έως τον Νοέμβριο του 1943 έστειλαν στο Άουσβιτς-Μπίρκεναου τουλάχιστον 48.000 Εβραίους και πούλησαν σε Έλληνες και αλλοδαπούς μαυραγορίτες μια μεγάλη ποσότητα χρυσού για να χρηματοδοτήσουν τα στρατεύματα κατοχής αλλά και να αντιμετωπίσουν τη μεγάλη κοινωνική κρίση που ξέσπασε στην Ελλάδα από το λιμό που είχε επιβληθεί στο ντόπιο προλεταριάτο (είναι γνωστές οι απεργίες του 1943). Από τα επίσημα αρχεία δεν προκύπτει από πού προέρχεται ο χρυσός αυτής της περιόδου και από ένα συνδυασμό πληροφοριών και εγγράφων ο συγγραφέας αποδεικνύει ότι, με τη σύμφωνη γνώμη του κατοχικού πρωθυπουργού Λογοθετόπουλου, ο χρυσός προήλθε από το πλιάτσικο της Θεσσαλονίκης.

Επιπλέον, πρέπει να τονίσουμε ότι το ελληνικό κράτος δεν ήταν έρμαιο των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων όσον αφορά το πογκρόμ ενάντια στον εβραϊκό πληθυσμό της Θεσσαλονίκης. Από την προσάρτηση της Μακεδονίας στην ελληνική επικράτεια το 1912, στρατηγικός στόχος της ελληνικής αστικής τάξης για την περιοχή ήταν η «ελληνοποίησή» της. Αυτή η στρατηγική αφορούσε πρώτα και κύρια τη Θεσσαλονίκη. Τα πρώτα θύματά της ήταν οι μουσουλμάνοι, η εκδίωξη των οποίων αποτέλεσε επίσημη συμφωνία «ανταλλαγής πληθυσμών» ανάμεσα στο ελληνικό και το τουρκικό κράτος από το 1913 και ολοκληρώθηκε το 1922. Η εκδίωξη των Εβραίων της Θεσσαλονίκης ήταν η συνέχεια αυτής της διαδικασίας «ελληνοποίησης», δηλαδή της φυλετικής ομοιογενοποίησης ως απαραίτητου συστατικού για τη δόμηση του έθνους-κράτους. Εκείνο, όμως, που είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονίσουμε, για να συλλάβουμε αυτή τη διαδικασία από μια ταξική σκοπιά, είναι το γεγονός ότι η Θεσσαλονίκη κατά το διάστημα του μεσοπολέμου ήταν τόπος «βίαιων ταξικών αγώνων και ενός ισχυρού εργατικού κινήματος χτισμένου στα θεμέλια της παλιάς Φεντερασιόν. […] Η εργατική μαχητικότητα απειλούσε την εξουσία του κράτους […] Οι αρχές φοβόντουσαν πως η Θεσσαλονίκη είχε μετατραπεί σε σημαντικό κέντρο της κομμουνιστικής δραστηριότητας στα Βαλκάνια. […] “Ουδεμία χωριστή ενέργεια γίνεται μεταξύ κομμουνιστών Εβραίων, Αρμένιων, Τούρκων, Γάλλων, Βούλγαρων, Ελλήνων κλπ”, παρατηρούσαν οι άντρες της μυστικής αστυνομίας, “από κοινού εργάζονται δια τον σκοπόν”[9]».

Η ανάπτυξη του ελληνικού κεφαλαίου περνούσε λοιπόν μέσα από τη δημιουργία της «ελληνικής» Θεσσαλονίκης, την καταστροφή της εβραϊκής αστικής και μικροαστικής τάξης και την πειθάρχηση του προλεταριάτου της πόλης (ανεξαρτήτως φυλής). Η στρατηγική αυτή μέχρι την έναρξη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου έδειξε το πιο ωμό της πρόσωπο στον εμπρησμό του Κάμπελ, όπως θα δούμε παρακάτω. Κατά τη διάρκεια της κατοχής, η ελληνική αστική τάξη είδε στην «Τελική Λύση» των Ναζί την καλύτερη ευκαιρία για να ολοκληρώσει το σχέδιό της, μέσα από την εξολόθρευση του εβραϊκού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης.

Οι Cafe Morgenland συνεχίζουν:

Από την άλλη υπάρχει στη Ελλάδα απέναντι στην χώρα των πολιτισμένων κατοίκων που κάποτε φορούσαν τους γνωστούς περιβραχίονες κλπ, ένας θαυμασμός και κάλυψη, ναι κάλυψη των παλιών και σύγχρονων εγκλημάτων τους. […] Ο Μέρτεν συνελήφθη στην Ελλάδα σε μια «απρόσεκτη» επίσκεψή του το 1957 και το ελληνικό δικαστήριο τον καταδίκασε για τα εγκλήματά του σε 25 χρόνια φυλακή. Κατόπιν, κάτω από την πίεση της γερμανικής κυβέρνησης απελάθηκε στην Γερμανία, η οποία μετά από μια σύντομη διαδικασία (και χάριν της νομικής και πολιτικής υποστήριξης του Χάινεμαν) τον άφησε ελεύθερο[10].

Είναι σαφές από το απόσπασμα ότι η ευθύνη για την απελευθέρωση του Μέρτεν αποδίδεται σε ολόκληρο τον ελληνικό «λαό». Σε άρθρο της Σοφίας-Σούζαν Σπηλιώτη[11], όμως, καταδεικνύεται με μια λεπτομερή έρευνα το συμφέρον του ελληνικού κεφαλαίου να αποδεχτεί την πίεση του γερμανικού κράτους να μην καταδικαστεί ο μεγαλύτερος φονιάς των Εβραίων, ο ναζί αξιωματικός Μαξ Μέρτεν. Άλλωστε, ο Μέρτεν είχε πολλά να αποκαλύψει για σημαίνοντα στελέχη του ελληνικού κατεστημένου και το πως αυτά ωφελήθηκαν από την εξόντωση των Εβραίων. Σύμφωνα με τον Gοtz Aly (Hitler’s Beneficiaries), ο Μέρτεν ήταν αυτός που υλοποίησε το σχέδιο αρπαγής του χρυσού των Εβραίων της Θεσσαλονίκης από το οποίο το ελληνικό κεφάλαιο θησαύρισε. Λόγω του γεγονότος της μη-καταδίκης του, η γνωστή υπέρμαχος της δημοκρατίας, φιλόσοφος Χάνα Άρεντ, είχε δηλώσει το 1961 πως «ο ελληνικός λαός έδειξε τουλάχιστον αδιαφορία για τους Εβραίους». Η Σοφία-Σούζαν Σπηλιώτη αποδίδει τη γενίκευση αυτή στην άγνοια της Άρεντ για τα πραγματικά γεγονότα.

Φυσικά λοιπόν συμμετείχαν και Έλληνες στην εξόντωση των Εβραίων. Ποιοι Έλληνες όμως; Για το Cafe και τους Terminal119 δεν έχει καμία σημασία. Και είναι λογικό να μην έχει από την στιγμή που αντικρίζουν τη δυναμική της ταξικής πάλης μέσα από το παραμορφωτικό πρίσμα των «εθνικών» συγκρούσεων. Στην εθνική ιδεολογία οι τάξεις εξαφανίζονται και υπάρχουν μόνο «έθνη» και «λαοί», όπως δείχνει και η παρακάτω παράγραφος, γραμμένη από τους Terminal119:

Λόγοι για ενοχές υπάρχουν πολλοί. Οι Γάλλοι μέσα από την κυβέρνηση του Vichy αλλά και στην Αλγερία, έδειξαν τι μπορούν να κάνουν. Οι Βέλγοι στο Κονγκό. Οι Ισπανοί, οι Ιταλοί, οι Ούγγροι, οι Πορτογάλοι κατά τις φοβερές φασιστικές περιόδους που πέρασαν. Οι Δανοί και οι Νορβηγοί συνεργάστηκαν με τους Ναζί. Οι Ελβετοί και οι Σουηδοί συνεργάστηκαν με ένα πιο ουδέτερο πρόσωπο. Σήμερα στην Πολωνία, την Ουγγαρία και τη Γαλλία το ανοιχτό μίσος εναντίον των Εβραίων ξαναζεί, ακμαίο και επιθετικό.

Μάλιστα, οι Terminal119 προεκτείνουν αυτή την εθνική ιδεολογία, χωρίζοντας τον κόσμο σε Δύση -με τις (θετικές και αρνητικές) φαντασιακές σημασίες της- και Ανατολή – με τις (αρνητικές) φαντασιακές σημασίες της. Οι μόνες (δυνητικά) θετικές φαντασιακές σημασίες της Ανατολής πηγάζουν από την υιοθέτηση των θετικών δυτικών φαντασιακών σημασιών:

Ελάχιστοι δυτικοί γνωρίζουν πως στις αραβικές χώρες σε πολλά πράγματα υπάρχει μια θέσμιση την οποία και οι ίδιοι θα ήθελαν να έχουν (;;;) ή πως στις αραβικές χώρες υπάρχουν εκατοντάδες ή χιλιάδες κόσμου, διανοούμενων και δημοσιογράφων οι οποίοι γυρεύουν μια εκκοσμίκευση της εξουσίας των χωρών τους, ένα διαχωρισμό θρησκείας και πολιτικής, ένα καθεστώς δυτικού τύπου ή, και ακόμη περισσότερο, την αναρχία, τον κομμουνισμό, την άμεση δημοκρατία[12]!

Επιστρέφοντας στις ιστορικές αναλήθειες και τη μονόπλευρη παρουσίαση περί αντισημιτισμού των «ελληνοχριστιανών κομμουνιστών» στο κείμενο των Cafe Morgenland, εμείς επιλέγουμε να εστιάσουμε στις σχέσεις που επικρατούσαν ανάμεσα στους αγωνιζομένους προλετάριους της εποχής. Ας δούμε ενδεικτικά τι αναφέρει ο Άγις Στίνας περιγράφοντας τα χρόνια που προηγήθηκαν των διωγμών στη Θεσσαλονίκη:

Η Θεσσαλονίκη είχε μια μακρά σοσιαλιστική παράδοση. Πριν από την απελευθέρωση της ακόμα, την 26/10/1912, η Φεντερασιόν, το σοσιαλιστικό της κόμμα, ήταν το τουρκικό τμήμα της Β’ Διεθνούς, αναγνωρισμένο απ’ αυτή από τον Νοέμβριο του 1909. Ευθύς μετά την απελευθέρωση, η Φεντερασιόν ανέλαβε πρωτοβουλία για τη συνένωση όλων των σοσιαλιστικών ομάδων της χώρας και τη δημιουργία ενός ενιαίου σοσιαλιστικού κόμματος. Στο ιδρυτικό συνέδριο αυτού του κόμματος, οι εκπρόσωποι της βρέθηκαν στο κέντρο των εμφανισθεισών τάσεων, δηλαδή ανάμεσα στην αριστερά (Λιγδόπουλος) και στη δεξιά (Α. Σίδερης). Η πλειοψηφία των μελών ήταν τότε Εβραίοι εργάτες και διανοούμενοι, επηρεασμένοι από το ρεφορμισμό της σοσιαλδημοκρατίας και το δημοκρατικό πνεύμα του παλιού εργατικού κινήματος.

Στο νέο κόμμα προσχώρησαν αρκετοί Έλληνες εργάτες, κυρίως καπνεργάτες. Το Εργατικό Κέντρο ήταν η έδρα του κόμματος, καθώς και αρκετών εργατικών συνδικάτων, με γραφεία, γραμματείες, βιβλιοθήκη, αναγνωστήρια, αναψυκτήριο, αίθουσα συνελεύσεων κλπ. Πριν απ’ όλα, όμως, ήταν μια κυψέλη συγκεντρώσεων, συζητήσεων, ενημερώσεως, ζυμώσεων και αντιπαραθέσεων. Το AVANTI, καθημερινή εφημερίδα της κομματικής οργάνωσης σε εβραϊκή γλώσσα, και η Φωνή του Εργάτη, εβδομαδιαία έκδοση του Εργατικού Κέντρου και της κομματικής οργάνωσης, είχαν μεγάλη κυκλοφορία.

Σχετικά με την εποχή της κατοχής και την πλήρη καταστροφή της Ισραηλιτικής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο[13], στη σελίδα του, γράφει μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

Οι έτσι κι αλλιώς ελάχιστες δυνατότητες απόδρασης [των Εβραιών από τα γκέτο] δεν ήταν ελκυστικές για τους περισσότερους, κυρίως λόγω της απροθυμίας τους να εγκαταλείψουν τις οικογένειές τους ή έστω κάποιους από τους συγγενείς τους. Δε βοηθούσε βέβαια και το γεγονός, ότι η Αντίσταση δεν είχε κάνει ακόμη την πλήρως οργανωμένη εμφάνισή της, όπως θα γινόταν λίγο αργότερα σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπου αρκετές φορές Εβραίοι σωθήκαν με την αρωγή των αντιστασιακών οργανώσεων […] Οι Γερμανοί είχαν ζητήσει από τον Αρχιραβίνο της Κοινότητας, Ζβι Κόρετς, να τους παραδώσει κατάλογο με τα ονόματα όλων των μελών της Εβραϊκής Κοινότητας και εκείνος, πιθανώς ελπίζοντας ότι αυτό θα τους κατευνάσει, [;;;][14] τον παρέδωσε […] Κατά τη διάρκεια της Κατοχής πολλοί Εβραίοι έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση και η προσφορά τους αυτή αναγνωρίστηκε από την Πολιτεία και τις Αντιστασιακές Οργανώσεις με την απονομή τιμητικών τίτλων.

Στη συλλογή άρθρων Οι Εβραίοι της Ελλάδας στην Κατοχή, που επιμελήθηκε η Ρίκα Μπενβενίστε για λογαριασμό της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικού Εβραϊσμού, μπορούμε να βρούμε τα ακόλουθα στοιχεία.

Στο άρθρο της Μπάρμπαρα Σπένγκλερ αναφέρεται το σύνθημα «Έλληνες κρύψτε τους Εβραίους», που ήταν γραμμένο σε τοίχους κατά τη διάρκεια της κατοχής, και υποστηρίζεται ότι τον κυριότερο ρόλο στη διάσωση των Εβραίων έπαιξε το ΕΑΜ. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι το ΕΑΜ φυγάδευσε τουλάχιστον 3.000 Εβραίους και χρησιμοποίησε αρκετούς Εβραίους αντιστασιακούς ως διερμηνείς. Η πηγή της για το στοιχείο αυτό είναι τα CZA (Central Zionist Archives). Σύμφωνα με αυτό το άρθρο η συντηρητική θρησκευτική εβραϊκή ηγεσία (Ζβι Κορετς) δεν έβλεπε με καθόλου καλό μάτι τις αριστερές αποκλίσεις των νέων Εβραίων και προσπαθούσε να τους αποτρέψει από το να διαφύγουν με τους αντάρτες. Στο συνολικό ερώτημα αν τελικά βοήθησαν οι Έλληνες τους Εβραίους στην κατοχή απαντά (με σύνεση) πως εξαρτάται για ποιους Έλληνες μιλάμε. Προφανώς υπήρχαν αντισημιτικά λαϊκά στοιχεία (κυρίως ανάμεσα στους πρόσφυγες που ήρθαν στη Θεσσαλονίκη το 1923, τους οποίους το ελληνικό κράτος δεν αποζημίωσε για τις χαμένες περιουσίες τους) και αντιιουδαϊκά κληρικά στοιχεία, αλλά σύμφωνα με τη συγγραφέα «δεν μπορεί να επισκιαστεί το κατόρθωμα εκείνων που με τόλμη στάθηκαν στους Εβραίους τις ώρες της απελπισίας τους».

Κάποια ακόμα στοιχεία για το πόσο «φασίστες» ήταν όλοι οι Έλληνες-Χριστιανοί (σύμφωνα με τους αντιγερμανούς) μπορούμε να βρούμε στο βιβλίο του Mark Mazower, SALONICA city of Ghosts, Christian, Muslim and Jews 1430-1950.

[…] ένας μετανάστης από την Σμύρνη, επισκέφτηκε ένα γέρο Εβραίο στο γκέτο -οι χριστιανοί μπορούσαν να μπαινοβγαίνουν στα γκέτο χωρίς εμπόδια- και προσφέρθηκε να τον κρύψει. Αρκετοί ήταν αυτοί που έπαιρναν παιδιά Εβραιών για να τα κρύψουν εκτός Θεσσαλονίκης, όπου είχαν συγγενείς. Αρκετά παιδιά υιοθετήθηκαν από άλλες οικογένειες για να σωθούν. Εργάτες του σιδηρόδρομου, άλλες φορές για χρήματα και άλλες από γνήσια συμπαράσταση, έκρυβαν Εβραίους σε βαγόνια με εμπορεύματα που έφευγαν από την Θεσσαλονίκη. Αρκετοί Εβραίοι γλίτωσαν επειδή είχαν παντρευτεί με χριστιανούς. Κάποιοι μάλιστα φυλακίστηκαν ή βασανίστηκαν για απόκρυψη Εβραίων.

Ήταν, λοιπόν, όλοι οι Εβραίοι συμπαγές εθνικό κομμάτι, θύματα των Ναζί όπως μας παρουσιάζουν οι Cafe Morgenland; Το άρθρο της Ε. Χαϊδιά[15] απαντάει στο ερώτημα αυτό, καθώς αναφέρεται στις δίκες Εβραίων συνεργατών των Γερμανών που έλαβαν χώρα μετά το τέλος του πολέμου. Ο πιο γνωστός ήταν ο Παπαναούμ, τον οποίο έσυρε στο δικαστήριο η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με μεγάλο κομμάτι του ντόπιου εβραϊκού κεφαλαίου. Αυτός ο τύπος εκβίασε τους πιο εύπορους Εβραίους εμπόρους και βιομήχανους για να μεσολαβήσει στους Γερμανούς και να σωθούν. Κατέδιδε συστηματικά όποιον Έλληνα έκρυβε Εβραίους και με τη λήξη του πολέμου την έκανε για τη Γερμανία μαζί με μεγάλη κινητή περιουσία που είχε αποκομίσει. Ένας άλλος ήταν ο Βιτάλ Χασών, ο οποίος κατηγορήθηκε για κλοπές, βασανιστήρια και βιασμούς μικρών κοριτσιών.

Επίσης, χαρακτηριστικό παράδειγμα σχετικά με την «ενότητα» των Εβραίων, αποτελεί το παρακάτω κομμάτι από το βιβλίο του Mark Mazower, SALONICA city of Ghosts. Τον Φεβρουάριο του 1943 και ενώ ήδη είχε ξεκινήσει η γκετοποίηση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, ένα βήμα πριν σταλθούν στο Άουσβιτς:

[…] είχε δημιουργηθεί μια αστυνομική δύναμη που αποτελούνταν από νεαρούς Εβραίους που προέρχονταν από πλούσιες οικογένειες. Αυτή η δύναμη βρισκόταν υπό τον έλεγχο του συνεργάτη των SS Λάσκαρη Παπαναούμ. Με αρχηγούς τους Εβραίους Χασών και Αλμπάλα περιπολούσαν μαζί με τις γερμανικές φρουρές κλείνοντας μαγαζιά, κάνοντας πλιάτσικο και τρομοκρατώντας κόσμο […] Δεν ήταν μόνο οι αξιωματικοί των SS που προκαλούσαν φόβο με την βάναυση συμπεριφορά τους. Στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χιρς, οι αρχηγοί της εβραϊκής αστυνομικής δύναμης βασάνιζαν άλλους Εβραίους, ώστε να αποκαλύψουν που έκρυβαν πολύτιμα υπάρχοντα.

Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης κυνήγησαν με πάθος τους ομόθρησκους τους βασανιστές μετά τον πόλεμο. Σε άρθρο του Mark Mazower[16] εξηγείται πώς αρκετοί Έλληνες, ανώτερα στελέχη του κρατικού μηχανισμού της κατοχής, επωφελήθηκαν από το καθήκον που τους ανέθεσαν οι Γερμανοί αξιωματικοί να εκτιμήσουν τα υπάρχοντα των διωχθέντων Εβραίων και κατέκλεψαν αρκετά από αυτά. Με τη λήξη του πολέμου, σύμφωνα με το άρθρο, μερικοί από αυτούς, που είχαν καταγραφεί σε ειδικούς καταλόγους που είχε καταρτήσει το ΚΚΕ, εκτελέστηκαν από το ΕΑΜ και άλλοι διέφυγαν.

Στο άρθρο του Γιώργου Μαργαρίτη[17] εξετάζεται το πολύ σημαντικό γεγονός του πογκρόμ του Κάμπελ[18]. Αναφέρει ρητά ότι στα γεγονότα πρωτοστάτησαν οι φασίστες της (σχεδόν κρατικής) οργάνωσης ΕΕΕ (Εθνική Ένωσις η Ελλάς)[19] και ότι σημαντικοί βοηθοί τους ήταν διάφοροι μόνιμοι στρατιωτικοί, ενώ μεταφέρει ολόκληρο το κείμενο της εμπρηστικής αντισημιτικής προκήρυξης της ΕΠΕ (Εθνικής Παμφοιτητικής Ένωσης) που καλούσε τους Θεσσαλονικείς Έλληνες να επιτεθούν στους Εβραίους. Χαρακτηριστικό απόσπασμα της προκήρυξης είναι το:

[…] οι οποίοι [Εβραίοι] ως κομμουνισταί συνεργάζονται μετά των κομιτατζήδων και σκάπτουν τον τάφον της Ελλάδος… Αυτοί προτρέπουν μέσω της εφημερίδας AVANTI τους στρατιώτας να στρέψουν τα όπλα κατά των αξιωματικών των.

Ο Μαργαρίτης θεωρεί ότι η εθνική ανασφάλεια που ένοιωθε ένα κομμάτι του πληθυσμού και οδηγήθηκε σ’ αυτές τις αντισημιτικές θηριωδίες είναι ουσιαστικά «η εξωτερική έκφραση μιας βαθιάς κοινωνικής ανασφάλειας». Υπενθυμίζει την οικονομική κρίση που μάστιζε τα μεσαία στρώματα και το προσφυγικό κομμάτι του πληθυσμού και αφήνει να εννοηθεί ότι βόλευε ουσιαστικά το ελληνικό κράτος να στρέψει το θυμό των προσφύγων (για την αθέτηση της υπόσχεσης που τους είχε δώσει ότι θα αποζημιωθούν) κάπου αλλού…

Στο βιβλίο του Γιάννη Ταμτάκου, Αναμνήσεις μιας Ζωής στο Επαναστατικό Κίνημα (εκδόσεις Κύκλοι Αντιεξουσίας, Θεσσαλονίκη, 2003), αναφέρεται η αυθόρμητη προλεταριακή αντίδραση στον εμπρησμό του Κάμπελ και τονίζεται ο διεθνισμός των μαχητικών προλετάριων της εποχής. Επίσης, αναφέρεται ότι το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης ήταν ο φορέας που έσπευσε να συνδράμει τους πληγέντες Εβραίους κατοίκους της φτωχικής συνοικίας οι οποίοι εξάλλου ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία εργάτες που ζούσαν σε παράγκες. Σύμφωνα με τον Δημοσθένη Δώδο[20], κύριο στοιχείο της προπαγάνδας της ΕΕΕ ενάντια στους Εβραίους ήταν ότι «είναι κατά τα 3/4 κομμουνισταί». Η προλεταριακή-διεθνιστική διαδήλωση αλληλεγγύης στους πληγέντες την επόμενη μέρα είχε ως αποτέλεσμα δεκάδες συλλήψεις. Τέλος, σύμφωνα με τον Τσιρώνη[21], δύο από τους συλληφθέντες ήταν μέλη του ΚΚΕ που είχαν πάει με κομματική εντολή στον οικισμό για να βοηθήσουν και να προστατέψουν τους άλλους εργάτες. Σε άρθρο του Ιού της Κυριακής («Οι γαμπροί του Θερμαϊκού», 17/5/1998) αναφέρεται:

Η δράση αυτών των [φασιστικών, παρακρατικών] οργανώσεων θα κορυφωθεί στο πογκρόμ του εβραϊκού συνοικισμού του Κάμπελ. Και το Μάη του 1936, η μεγάλη απεργία και η εξέγερση των εργατών της πόλης πνίγεται στο αίμα με τη μεταφορά ειδικών δυνάμεων της χωροφυλακής και τη συνδρομή των εγχώριων τραμπούκων. «Μας κατηγορούσαν τότε ότι είχαμε συμμαχήσει με τους Εβραίους για να παραδώσουμε την πόλη στους Βουλγάρους», θυμάται σήμερα ένας καπνεργάτης συνδικαλιστής.

Συνοψίζοντας λοιπόν όλα τα παραπάνω στοιχεία, βλέπουμε ότι μπορεί κανείς να ερμηνεύσει τα ιστορικά γεγονότα και να βγάλει συμπεράσματα χρησιμοποιώντας γενικές κατηγορίες όπως Έλληνες, Εβραίοι, Γερμανοί, χριστιανοί, σιωνιστές ή αριστεροί. Αυτή είναι η μέθοδος των Terminal119 και των Cafe Morgenland και θα δείξουμε στη συνέχεια του κειμένου ότι τους οδηγεί ουσιαστικά στην επιλεκτική υπεράσπιση κάποιων από τις παραπάνω ταυτότητες με ιδεολογικά κριτήρια. Βλέπουμε, επίσης, ότι μπορεί κανείς να ερμηνεύσει την ιστορία και να βγάλει άλλα συμπεράσματα εστιάζοντας στους λόγους για τους οποίους αυτές οι ταυτότητες ενισχύθηκαν, από ποιους και κάτω από ποιες συνθήκες. Και κυρίως, εστιάζοντας στις περιπτώσεις που αυτές οι ταυτότητες καταργήθηκαν κάτω από το βάρος των ταξικών συμφερόντων και της προλεταριακής αλληλεγγύης. Αυτή είναι η μέθοδος που επιλέγουμε εμείς. Η ιστορική παραποίηση την οποία αποδίδουμε στις δύο πολιτικές ομάδες δεν βρίσκει απέναντί της μια αντικειμενική ανάλυση της ιστορίας. Βρίσκει την ανάγκη μας να σπάσουμε το περίβλημα του φετιχισμού που αγκαλιάζει την κυρίαρχη ιστορική εκδοχή, στην προοπτική της ανάδειξης του πραγματικού κινητήρα της ιστορίας: της ταξικής πάλης.

Ο πυρήνας της θεωρίας: Η μεταφυσική του ολοκαυτώματος στην υπηρεσία του συναισθηματικού εκβιασμού

Είναι σαφές ότι παρά το συναισθηματικό εκβιασμό που προσπαθούν να επιβάλουν τα κείμενα των Terminal119 και των Cafe Morgenland για να θολώσουν το μυαλό του αναγνώστη δεν μπορούν να πλασαριστούν χωρίς μια θεωρητική βάση. Όσο αδύναμη κι αν είναι μια «θεωρία» πάντα προσθέτει ένα κάποιο κύρος και εδώ έγκειται η συνεισφορά των Cafe Morgenland.

Για να στηρίξουν το συναισθηματικό εκβιασμό τους, οι αντιγερμανοί πουλάνε ως ξεχωριστή και «άλογη» μια συγκεκριμένη ιστορική γενοκτονία και δεν αναφέρονται καθόλου στις υπόλοιπες γενικά αποδεκτές γενοκτονίες (για παράδειγμα, των ιθαγενών της Aμερικής ή των Αρμενίων), ούτε στο γεγονός ότι μαζί με τους 6.000.000 Εβραίους δολοφονήθηκαν μεθοδικά από το γερμανικό κράτος άλλοι τόσοι μη-Εβραίοι. Ιστορικοί περιλαμβάνουν στο ολοκαύτωμα τους Ρομά, τους ανθρώπους με σωματικές ή διανοητικές αναπηρίες, τους ομοφυλοφίλους, τους πολιτικούς κρατούμενους, Πολωνούς μη-Εβραίους… ο συνολικός αριθμός των θυμάτων φτάνει έτσι στα 11 εκατομμύρια. Και φυσικά, οι νεκροί του ολοκαυτώματος αποτελούν μέρος μόνο του συνόλου των θυμάτων του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, αλλά προφανώς οι νεκροί στα πεδία των μαχών ή από βομβαρδισμούς, πείνα και κακουχίες στις πόλεις, εμπίπτουν στην κατηγορία του «λογικού» για τους αντιγερμανούς. Όπως κάθε εθνικιστική ιδεολογία, έτσι και αυτή των αντιγερμανών, έχει έναν σκληρό πυρήνα που δε σηκώνει κριτική:

Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι το Ολοκαύτωμα δεν είχε καμία λογική. Δεν είχε εξωγενή σκοπό, δεν ήταν μέσο για κάποιο σκοπό αλλά αυτο-σκοπός. Δεν είχε ορθολογισμό. Είχε, όμως, ορθολογικότητα στις κινήσεις.

Εφόσον, λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με ένα (μεταφυσικό) ιστορικό γεγονός το οποίο «δεν μπορούμε να εξηγήσουμε», στο οποίο συμπυκνώνεται το Απόλυτο Κακό της ιστορίας της ανθρωπότητας, κάθε απόπειρα να αγγίξουμε τις αιτίες αυτής της συστηματικής εξόντωσης, υποπίπτει στην κατηγορία της «σχετικοποίησης του Ολοκαυτώματος» και άρα είναι αντισημιτική. Όπως κάθε ιδεολογικό δόγμα στέλνει στην «πυρά» τους φορείς των «αιρετικών απόψεων», έτσι και η ιδεολογία των (Ελλήνων και Γερμανών) αντιγερμανών επιφυλάσσει ένα «στιγματισμό» για όλους εκτός των ίδιων:

Η κριτική στο Ισραήλ, από κει και πέρα, σχεδόν πάντοτε συνοδεύεται από κάποια αντισημιτικά στοιχεία […] δεν υπάρχει ένας σταθερός κατάλογος αντισημιτικών επιχειρημάτων. Υπάρχουν κάποιες εκφράσεις και επιχειρήματα αλλά είναι δυνατόν να ειπωθούν τα πάντα[22].

Με την τοποθέτηση του ολοκαυτώματος στην κορυφή των γενοκτονιών, η στρατηγική αυτή σχετικοποιεί το θάνατο, τον πόλεμο, τον τρόμο και τη φρίκη υπέρ του Ισραήλ. Το γεγονός ότι το Ολοκαύτωμα αποδίδεται στην «κτηνωδία των Γερμανών», πέρα από το ότι είναι ξεκάθαρα ρατσιστικό, στην ουσία αποκρύπτει

…το καπιταλιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έλαβε χώρα η γενοκτονία του εβραϊκού πληθυσμού.

Η μεγάλη κρίση που μάστιζε την Ευρώπη την περίοδο του μεσοπολέμου είχε λάβει στη Γερμανία έντονα χαρακτηριστικά. Η κατάσταση αυτή έπληξε μεγάλο ποσοστό των μικροαστικών στρωμάτων της Γερμανίας -αυτών δηλαδή που κατείχαν μικρές επιχειρήσεις- κομμάτι των οποίων αποτελούσαν παραδοσιακά πολλοί Εβραίοι. Η προλεταριοποίηση των στρωμάτων αυτών ήρθε να τους προσθέσει σε μια τεράστια δεξαμενή εξαθλιωμένων προλετάριων που είχαν χτυπηθεί από την κρίση. Στη χειρότερή της περίοδο, η Γερμανία είχε 7 εκατομμύρια ανέργους. Ήταν ακριβώς σε αυτήν τη συνθήκη που άρχισε να αναδύεται και να βρίσκει έδαφος ο εθνικοσοσιαλισμός στα μικροαστικά αλλά και σε προλεταριακά στρώματα της Γερμανίας που βρέθηκαν αντιμέτωπα με την εξαθλίωση. Η επίθεση στους Εβραίους και η εκτόνωση της κρίσης προς αυτούς ήταν μια προσπάθεια να σωθεί το ένα κομμάτι εις βάρους του άλλου. Η πολιτική των Ναζί απέναντι στους Εβραίους (Judenpolitik) δεν ξεκίνησε με τη φυσική τους εξόντωση αλλά με το σύνθημα: Juden Raus! Έξω οι Εβραίοι!

Ωστόσο, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη Judenpolitik ξεχωριστά από τη συνολική εργατική πολιτική των Ναζί, η οποία είχε ως βασικό στόχο την πειθάρχηση του προλεταριάτου, τη στρατιωτικοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας και την αντιμετώπιση της τεράστιας ανεργίας. Με την κατάκτηση της εξουσίας, οι Ναζί άρχισαν να χτίζουν ένα μηχανισμό κοινωνικής διαλογής. Χρησιμοποίησαν τις μεγάλες βάσεις προσωπικών δεδομένων που είχαν δημιουργηθεί μέσω του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Ο μηχανισμός διαλογής στηρίχτηκε στην κατασκευή της έννοιας των «αντικοινωνικών» στοιχείων του πληθυσμού και στόχευε στην επιλογή, απομόνωση και φυσική εξόντωση των ανθρώπων που θεωρείτο ότι ανήκαν σ’ αυτά τα στοιχεία (μέσω του εγκλεισμού τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή σε λεγόμενες ψυχιατρικές κλινικές, όπου υποβάλλονταν σε πειράματα και επεμβάσεις ευγονικής).

Οι λόγοι για να συμπεριληφθεί κάποιος στα «αντικοινωνικά» στοιχεία ήταν αρκετοί: πολλά χρόνια στην ανεργία, διάπραξη μικροεγκλημάτων ενάντια στο «κοινό καλό», πορνεία, κληρονομικές ασθένειες, αναπηρία, ομοφυλοφιλία, μοιχεία, συμμετοχή σε αγωνιστικές ενέργειες στο χώρο εργασίας ή σε διαδηλώσεις, ακόμα και σύλληψη χωρίς εισιτήριο στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Αυτοί που διαχωρίζονταν ως «αντικοινωνικοί» θεωρούνταν ξένοι προς την κοινότητα ή εχθροί της κοινότητας. Έτσι, ο μηχανισμός διαλογής, πέρα από το να απαλλάσσει τους χώρους εργασίας και τις γειτονιές από τα πιο επικίνδυνα για το καθεστώς στοιχεία, επεδίωκε να ορίσει τα όρια της κοινότητας εκείνων που όσο ήταν πειθαρχημένοι και υπάκουοι θα βρίσκονταν μέσα στη ζεστή αγκαλιά του κράτους. Η περιθωριοποίηση και η εξόντωση των «αντικοινωνικών» στοιχείων δεν ήταν λοιπόν μόνο μια διαδικασία φυλετικής διαλογής αλλά επίσης κοινωνικής διαλογής, μια προσπάθεια διαχείρισης του κοινωνικού ζητήματος.

Από το 1936 και μετά η κούρσα του επανεξοπλισμού οδήγησε σε μια μεγάλη έλλειψη εργατικής δύναμης σε όλους τους τομείς της παραγωγής. Στο τέλος του 1938 υπήρχαν 1 εκατομμύριο κενές θέσεις εργασίας. Αυτό προκαλούσε σοβαρό πρόβλημα στο καθεστώς που προετοιμαζόταν για επεκτατικό πόλεμο. Η έλλειψη κυρίως σε ειδικευμένους εργάτες ήταν τέτοια που οι επιχειρήσεις άρχισαν να προσλαμβάνουν ακόμα και γνωστούς μιλιτάντηδες. Οι εργάτες άρχισαν να εκμεταλλεύονται την έλλειψη εργατικής δύναμης ζητώντας περισσότερα ή πηγαίνοντας σε θέσεις με μεγαλύτερο μισθό, ενώ οι εργοδότες άρχισαν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Συνέπεια ήταν να αυξηθούν οι μισθοί ενώ η εργασιακή πειθαρχία διαταράχθηκε. Απεργίες, συστηματικές κοπάνες και πτώση της παραγωγικότητας δείχνουν πως οι εργάτες και οι εργάτριες δεν ήταν και τόσο πειθαρχημένοι στο ναζιστικό καθεστώς. Η βελτίωση των συνθηκών τους (αύξηση των μισθών, πλήρης απασχόληση) «ήταν συνθήκη ανάπτυξης της εργατικής αντίστασης»[23].

Σε ένα σημαντικό ντοκουμέντο[24] του Οκτωβρίου του 1936 σημειώνεται πως οι απόπειρες απεργίας από ειδικευμένους εργάτες με σκοπό την αύξηση των μισθών δεν ήταν κάτι σπάνιο. Την περίοδο ανάμεσα στον Φεβρουάριο του 1936 και τον Ιούλιο του 1937 οι αξιωματούχοι του Γραφείου Πληροφοριών του Εργατικού Μετώπου καταμέτρησαν 192 απεργίες. Η απάντηση του καθεστώτος σ’ αυτή τη «στιγμή ανυπακοής» είχε σαν αποτέλεσμα: 11.687 συλλήψεις, 609 δίκες, 3.238 καταδίκες και 8.294 χρόνια φυλάκισης.

Από το 1938 και έπειτα φαίνεται πως ο αριθμός των απεργιών μειώθηκε αλλά οι άτυπες μορφές συλλογικής διεκδίκησης παρέμειναν. Για παράδειγμα, οι προσπάθειες για εντατικοποίηση της εργασίας συχνά έβρισκαν αντίσταση. Το ίδιο δείχνουν και οι μαζικές απουσίες από τη δουλειά σε συγκεκριμένες εταιρίες ή η άρνηση πραγματοποίησης υπερωριών. Ας σημειώσουμε πως οι Ναζί επεδίωκαν να εμποδίσουν με κάθε τρόπο την κυκλοφορία των αγώνων. «Αυτά τα φαινόμενα ήταν κάτι περισσότερο από “έλλειψη εργασιακής πειθαρχίας” – ήταν νέες μορφές ταξικής αντίστασης που εμφανίζονταν στο περιβάλλον τρομοκρατίας που επικρατούσε. Η δύναμή τους εξαρτιόταν από το βαθμό ανάπτυξης της αλληλεγγύης ανάμεσα σε ομάδες εργατών. Αναφερόμενος στην κατάσταση των λιγνιτωρυχείων, ο Επιθεωρητής της Στρατιωτικής Οικονομίας της Δρέσδης αναφέρει λακωνικά: Επιδημία απουσιών. Επιμονή για αύξηση των ημερών άδειας. Απειλές για παραίτηση χωρίς προειδοποίηση. Όλα αυτά δεν προκαλούν καθόλου καλή εντύπωση»[25]. Αυτά λέγονταν τον Μάρτιο του 1939. Μετά την εισβολή στην Πολωνία όσοι άντρες παραβίαζαν τους κανόνες πειθαρχίας στη βιομηχανία παραδίδονταν από τους εργοδότες στη Γκεστάπο και αυτή τους φυλάκιζε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για να εργαστούν καταναγκαστικά[26].

Η πρώτη μορφή των στρατοπέδων συγκέντρωσης ήταν τα «σπίτια εργασίας» (Arbeitshauser), όπου συγκεντρώνονταν αυτοί που έκαναν υποχρεωτική εργασία για ένα μικρό επίδομα. Τα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης άρχισαν να δημιουργούνται ήδη από το 1933 , αρκετά χρόνια πριν ξεκινήσει η εξολόθρευση των Εβραίων. Μάλιστα, το σύστημα των στρατοπέδων συγκέντρωσης δεν ήταν πρωτοτυπία των Ναζί ή των Γερμανών. Λίγο νωρίτερα εμφανίστηκε στη Βρετανία (σε αυτό το «αντιφασιστικό» κράτος, του οποίου τα βομβαρδιστικά πολεμούσαν τους «εγκληματίες» Γερμανούς, σύμφωνα με τους αντιγερμανούς). Στη Βρετανία το 1927, μετά τη γενική απεργία του 1926, θεσπίστηκε ο «νόμος περί συνδικαλισμού» που, ανάμεσα στις διάφορες διατάξεις του, απαγόρευε τις απεργίες συμπαράστασης. Κατά την περίοδο 1929-1939, υπό την σοσιαλιστική κυβέρνηση του MacDonald, 25 στρατόπεδα συγκέντρωσης χτίστηκαν στις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας και πάνω από 200.000 άνεργοι άντρες στάλθηκαν εκεί. Δούλευαν εξαντλητικά, σπάζοντας πέτρες, φτιάχνοντας δρόμους, κόβοντας δέντρα, υπό την επίβλεψη αξιωματικών του στρατού. Τα «προγράμματα εργασίας», ιδέα του σοσιαλιστή ηγέτη, ήταν τρίμηνα και όσοι αρνούνταν να συμμετέχουν τους απειλούσαν με κόψιμο του επιδόματος ανεργίας.

Αργότερα, στη Γερμανία, κατά τη διάρκεια του πολέμου που οι ανάγκες για εργατικό δυναμικό αυξήθηκαν, συνολικά 700.000 κρατούμενοι σε στρατόπεδα εργασίας εργάστηκαν στην πολεμική βιομηχανία με όρους δουλείας. Την οργάνωση του τεράστιου αυτού δικτύου δουλικής εργασίας και θανάτου είχε αναλάβει ένα ειδικό τμήμα των SS με την ονομασία SS Business Administration Main Office (Wirtschaftsverwaltungshauptamt, ή WVHA). Από τη δεξαμενή κρατουμένων που είχαν δημιουργήσει προήλθε ο πυρήνας του εργατικού δυναμικού για την παραγωγή των πυραύλων V2 και όλων των άλλων «θαυματουργών όπλων». Παράλληλα, η ορθολογική οργάνωση και ο εκμοντερνισμός της παραγωγής που εισάχθηκε από τους Ναζί, ακολουθούσε πιστά τα πρότυπα του φορντισμού. Τα σύγχρονα εργοστάσια χαρακτηρίζονταν από τη λειτουργία της αλυσίδας παραγωγής. Εκεί, οι πρώτες ύλες κατέληγαν σε έτοιμο προϊόν μέσω μιας συνεχούς ροής, αντικαθιστώντας έτσι την παραδοσιακή μικρής κλίμακας παραγωγή σε παρτίδες. Οι νέες τεχνολογίες επέτρεψαν την αντικατάσταση εργασίας με μηχανές, όπως και τη ρύθμιση της κυκλοφορίας της ανθρώπινης εργασίας. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της εταιρείας IBM που προμήθευε τους Ναζί με τεχνογνωσία και μηχανές, ώστε να γίνει η ρύθμιση αυτή με τον πιο ορθολογικό τρόπο.

Πολλές είναι οι εταιρείες που προμηθεύονταν φθηνό ή και χωρίς κανένα κόστος εργατικό δυναμικό από τα στρατόπεδα εργασίας. Η BMW που κατασκεύαζε τους κινητήρες για τα αεροπλάνα της Luftwaffe χρησιμοποίησε 25.000-30.000 εργάτες. Η αμοιβή τους (όταν αυτή πληρωνόταν με 20 σεντς την ώρα) πήγαινε κατευθείαν στα SS. Ο κατάλογος όμως των εν λόγω εργοστασίων είναι τεράστιος. Η Krupp έφτιαχνε οπλισμό για τους Ναζί και τους θαλάμους αερίων. Χρησιμοποίησε πάνω από 70.000 εργάτες, πολλούς από αυτούς σε εργοστάσιο ηλεκτρικών ειδών μέσα στο Άουσβιτς. Η Bayer (με την ονομασία IG Farben), που κατασκεύαζε συνθετικό λάστιχο και έλαια μέσα στο Άουσβιτς, χρησιμοποίησε 35.000 εργάτες. Άλλες γνωστές εταιρείες είναι η Daimler-Benz, η OPEL, η FORD, η Volkswagen… Κατά τη διάρκεια του 1944 , οπότε και κορυφώθηκε όλη αυτή η κυκλοφορία της δουλικής εργασίας, δεν υπήρχε ούτε ένα «αξιοπρεπές» εργοστάσιο που να μην απασχολούσε αιχμαλώτους με αυτή τη μορφή. Ιδίως μέσα στα στρατόπεδα εργασίας, οι εργάτες δούλευαν μέχρι θανάτου. Ο μέσος όρος ζωής στα εργοστάσια του Άουσβιτς ήταν τρεισήμισι μήνες.

Έτσι, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, εκτός από το να αποτελούν μια μορφή της βιομηχανικής οργάνωσης του θανάτου (και πριν ακόμα λάβουν αυτή τη μορφή) ήταν ένα κομμάτι της ορθολογικής οργάνωσης της κοινωνικής παραγωγής από το ναζιστικό καθεστώς. Αποτέλεσαν αρχικά ένα σημαντικό παράγοντα στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Ταυτόχρονα, απομόνωσαν τα λιγότερο παραγωγικά στοιχεία της εργατικής τάξης και συνέβαλαν στο να διατηρείται η πειθαρχία σ’ αυτούς που δούλευαν στη γερμανική βιομηχανία. Αργότερα, σ’ αυτούς τους παράγοντες προστέθηκε η κάλυψη των αναγκών σε εργατικό δυναμικό με τον πιο φτηνό (δηλαδή επικερδή) για το κεφάλαιο τρόπο.

Με την προσάρτηση της Πολωνίας το 1939, οι Ναζί και το γερμανικό κεφάλαιο βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια νέα πρόκληση. τις λεγόμενες «Πολωνικές Συνθήκες». Ήδη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’30, οι οικονομικοί σχεδιαστές του καθεστώτος εξέφραζαν την ανησυχία τους σχετικά με τη φτώχεια, τον υπερπληθυσμό και την υπανάπτυξη της ανατολικής και βορειοανατολικής Ευρώπης. Ειδικά για την Πολωνία, θεωρούσαν ότι η οικονομία της έπασχε από χαμηλή παραγωγικότητα. Δήλωνε ο καθηγητής Theodor Oberlander το 1935:

Η ασυνήθιστα υψηλή αγροτική πυκνότητα, σε συνδυασμό με την απουσία κεφαλαίου, δημιουργεί, ιδίως για τη ζώνη που άπτεται της Ρωσίας, τον κίνδυνο να οδηγηθούμε, όπως ακριβώς και στη Ρωσία, προς μια κοινωνική αναταραχή προερχόμενη από εσωτερικές τάσεις και πιέσεις λόγω του υπερπληθυσμού[27].

Το μεγάλο μέγεθος του πληθυσμού μιας χώρας δεν αποτελεί από μόνο του πρόβλημα για την οικονομία της. Ο υπερπληθυσμός ορίστηκε -όπως ορίζεται πάντα- σε σχέση με την υπο-παραγωγικότητα, την ανεργία και ουσιαστικά με την ανεπαρκή εκμετάλλευση της υπάρχουσας εργατικής δύναμης από το κεφάλαιο. Η οικονομία σε μεγάλο μέρος της υπαίθρου της Πολωνίας (αλλά και της ανατολικής Ευρώπης) βασιζόταν ακόμη στη μικρής κλίμακας αγροτική παραγωγή και τις ανεξάρτητες οικογενειακές βιοτεχνίες. Οι λιτές και αυτάρκεις συνθήκες ζωής στα Πολωνικά χωριά, όπου πολλές φορές το χρήμα δεν φαινόταν να παίζει και μεγάλο ρόλο, οδηγούσαν τους Γερμανούς οικονομικούς αναλυτές να δηλώνουν ότι «δεν υπήρχε πραγματικά οικονομία με την ουσιαστική έννοια του όρου»[28].

Η κατάσταση αυτή χειροτέρεψε με την προσάρτηση στο Ράιχ του δυτικού τμήματος της χώρας, στο οποίο βρίσκονταν οι βιομηχανίες και η μαζική αγροτική παραγωγή που κάλυπτε τις ανάγκες ολόκληρου του πολωνικού πληθυσμού. Αρχικά, οι Ναζί σκόπευαν να αφήσουν το υπόλοιπο της Πολωνίας (Restpolen) χωρίς στήριξη. Άρχισαν να διαλύουν τα όποια εργοστάσια και να χρησιμοποιούν την περιοχή σαν τον ανθρώπινο σκουπιδότοπο για τους ανεπιθύμητους. Ο εξορισμένος υπερπληθυσμός (κυρίως Εβραίοι από τη Γερμανία και τη Δυτική Πολωνία, αλλά και πολλοί Πολωνοί «υπάνθρωποι»), όταν γλίτωνε το θάνατο κατά τη μεταφορά του ή τις μαζικές εκτελέσεις, αφηνόταν στη μοίρα του να επιβιώσει κάτω από τις χειρότερες συνθήκες στα γκέτο και τα στρατόπεδα εργασίας ή να πεθάνει από την ασιτία και τις διάφορες αρρώστιες. Αλλά, όταν το Μάρτιο του 1940 η γερμανική κυβέρνηση ανέπτυξε τη φιλοδοξία για ένα «γερμανικό πρόγραμμα ανάπτυξης», κάθε βήμα στο σχεδιασμό στόχευε πλέον σε μια πιο εντατική προσπάθεια να μειωθεί η πληθυσμιακή πυκνότητα.

Η μεγάλη φτώχεια των Πολωνών Εβραίων δεν επέτρεπε να ακολουθηθεί η ίδια τακτική που είχε ακολουθηθεί στην Γερμανία (Judenpolitik), δηλαδή των απειλών και των απαλλοτριώσεων που ωθούσε τους Εβραίους να πληρώσουν ακριβά τη μετανάστευσή τους. Για τα νεαρά και φιλόδοξα think tanks του Ναζιστικού καθεστώτος, η ανατολική Πολωνία:

αποτελούσε μια αποικιακή ζώνη που προσφερόταν για πειραματισμούς. […] Ο βασικός άξονας για την επιβολή των σχεδιασμών τους ήταν το ξεκαθάρισμα οποιουδήποτε μπορούσε να θεωρηθεί σαν ενόχληση, συμπεριλαμβανομένης κάθε μειονότητας και των Εβραιών σε κάθε περίπτωση. Σ’ αυτό το σημείο, τα σχέδιά τους διασταυρώθηκαν με τη ρατσιστική ιδεολογία. Και από το αμάλγαμα αυτό προήλθαν τα σχέδια και η εφαρμογή της καταστροφής εκατομμυρίων ανθρώπινων υπάρξεων[29].

Η λύση που προτάθηκε και υιοθετήθηκε ήταν η συστηματική εξολόθρευση των Εβραίων που αποτελούσαν το 10% του πληθυσμού. Πρόκειται για την απαρχή της «Τελικής Λύσης». Από τα τέλη ακόμη του 1941 άρχισε η κατασκευή νέων (ή η αναπροσαρμογή ήδη υπάρχοντων) στρατοπέδων συγκέντρωσης, κυρίως στην Πολωνία, αποκλειστικά για τη θανάτωση των Εβραίων και λοιπών ανεπιθύμητων. Εκεί οδηγούνταν οι Εβραίοι από όλες τις περιοχές που βρίσκονταν κάτω από την επιρροή ή τον πλήρη έλεγχο του γερμανικού στρατού, γενικεύοντας το σχεδιασμό κάτω από το όραμα της μεγάλης γερμανικής Ευρώπης.

Ο πόλεμος είναι ούτως ή άλλως καταστροφή μεταβλητού κεφαλαίου το οποίο δεν μπορεί να ενσωματωθεί αποδοτικά στη συσσώρευση του κεφαλαίου. Έτσι, είναι μέσο επίλυσης της κρίσης. Και γνωρίζουμε ότι ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ήταν ένα τέτοιο μέσο, και μάλιστα κατάφερε αυτό που δεν είχε καταφέρει ο πρώτος παγκόσμιος, καθώς ο τελευταίος όξυνε τους ταξικούς αγώνες αντί να τους διαλύσει. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, τα στρατόπεδα θανάτου ήταν ένας τρόπος αυτή η καταστροφή μεταβλητού κεφαλαίου να γίνει με τον πιο επικερδή τρόπο. Το ναζιστικό καθεστώς, όπως είδαμε και παραπάνω, γενικά επιχείρησε τον εξορθολογισμό της κοινωνικής παραγωγής στη Γερμανία. Η βιομηχανοποίηση του θανάτου ήταν το ακραίο όριο αυτού του εξορθολογισμού. Η σύλληψη λοιπόν της «Τελικής Λύσης» δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση κάποιο παράλογο ή μεταφυσικό ιστορικό επεισόδιο. Η λογική της πηγάζει από την ανάγκη επέκτασης του κεφαλαίου που στηρίχθηκε στην εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία.

Η ιδεολογία του δημοκρατισμού και η πολιτική της ταυτότητας (που συγκυριακά εκφράζεται με τη μορφή του αντιγερμανισμού)

Για να κατανοήσουμε το φανατικό αντί(εις το τετράγωνο)-σημιτισμό των Terminal119 πρέπει πρώτα να εστιάσουμε στο πως αντιλαμβάνονται την κοινωνική δυναμική. Η αντίληψη τους είναι αντι-ιστορική. Πρόκειται για μια αντίληψη που αφενός μιλά για «εξουσία» χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές αλλαγές που επιφέρει η ταξική πάλη και αφετέρου χωρίζει αυθαίρετα την «εξουσία» σε ειδικές σφαίρες. Έτσι, για παράδειγμα, για τους Terminal119 υπάρχει η πατριαρχική δομή, δηλαδή μια στατική σχέση καταπίεσης των γυναικών από τους άνδρες. Παρά το γεγονός ότι δηλώνουν φεμινιστές/στριες, δε λαμβάνουν υπόψη τους την επίδραση των κοινωνικών αγώνων στην εξέλιξη της δυναμικής της σχέσης των δύο φύλων. Αναγνωρίζουν ακόμη και σήμερα στη σχέση αυτή την πατριαρχία, μένοντας τυφλοί στην κοσμογονική αλλαγή που έχει υποστεί η κοινωνία από την εποχή που πραγματικά ήταν πατριαρχική (με την έννοια της πατριαρχικής οργάνωσης της κοινωνικής παραγωγής που υπήρχε επί φεουδαρχίας). Ο δομισμός και ιδεαλισμός της συγκεκριμένης θέσης εφαρμόζεται σε όλες τις υπόλοιπες ξεχωριστές σφαίρες της ζωής.

Λογικά, λοιπόν, η θέση των Εβραίων γενικά και αβασάνιστα στην κοινωνία είναι υποτιμημένη λόγω του Αντισημιτισμού (με το Α κεφαλαίο). Δεν πάει να γίνεται χαμός ιστορικά με αγώνες, πογκρόμ, συναδελφώσεις προλεταριακών κομματιών των Εβραιών με άλλα κομμάτια, οπουδήποτε αυτοί ζουν; Για τους Terminal119 υπάρχει κάπου ψηλά μια ΕΝΝΟΙΑ (φαντασιακή σημασία) που λέγεται Αντισημιτισμός. Τώρα βέβαια, αυτή η καθολική αφαίρεση τους δημιουργεί κάποια προβλήματα. Όπως, ας πούμε, ότι είναι δύσκολο να υποστηρίξει κανείς πως ο στρατηγός του Ισραήλ που διατάζει να βομβαρδιστεί η Βηρυτός είναι θύμα του αντισημιτισμού[30] ή πως η πρόεδρος του συνδέσμου βιομηχάνων της Γαλλίας είναι θύμα του ανδρικού σωβινισμού. Το γεγονός ότι στην πραγματική ζωή τα συλλογικά υποκείμενα «γυναίκα» ή «Εβραίος» είναι αδύνατον να απαρτίζονται από άτομα που έχουν συνολικά κοινά συμφέροντα, αντιμετωπίζεται με τον πιο απλό και αποτελεσματικό τρόπο, τον τρόπο του χασάπη: Αφαιρείται από τα συλλογικά αυτά υποκείμενα η πραγματική (δηλαδή ιστορική) τους υπόσταση και αντιμετωπίζονται ως εννοιολογικές κατηγορίες. Έτσι, μια γυναίκα αντιμετωπίζεται αποκλειστικά ως έννοια «Γυναίκα» και όλες οι υλικές σχέσεις της με τους άλλους ανθρώπους και οι κοινωνικές της δραστηριότητες που δεν ανήκουν στο ιδεολογικό κατασκεύασμα «Γυναίκα» παραμερίζονται «προσωρινά». Για παράδειγμα η Λ. Παριζό (η βιομήχανος) μπορεί πράγματι να τύχει να περπατήσει κάπου και να ακούσει ένα προσβλητικό σεξουαλικά σχόλιο. Το συγκεκριμένο γεγονός απομονώνεται, παγώνει στο χρόνο και θεωρείται ότι κάνει όλες τις γυναίκες που έχουν υποστεί το ίδιο κάποια στιγμή στη ζωή τους να ταυτίζονται με τη συγκεκριμένη τύπισσα. Κατασκευάζεται λοιπόν μια θεαματική κοινότητα. Τώρα, αν στην υπόλοιπη ζωή τα πράγματα είναι διαφορετικά (δηλαδή, αν η ίδια τύπισσα περνάει τη ζωή της εκμεταλλευόμενη την εργατική δύναμη εκατοντάδων γυναικών και ανδρών και προσβάλλοντας τους καθημερινά) δε γίνεται καμία προσπάθεια να συνδεθούν οι διάφορες σχέσεις μεταξύ τους ή τέλος πάντων να εξεταστεί πώς συνδέονται ή πώς έρχονται αντιμέτωπες. Κάθε τι που συμβαίνει εντάσσεται σε μια διαφορετική σφαίρα εξουσίας και η κάθε σφαίρα ακολουθεί μια παράλληλη διαδρομή με τις υπόλοιπες. Έτσι σώζεται, για παράδειγμα, η ανάλυση με βάση την ταυτότητα «Γυναίκα». Τι πιο λογικό αυτό που συμβαίνει με την αντιμετώπιση του ζητήματος του φύλου να επεκταθεί και στο ζήτημα του αντισημιτισμού;

Παρά την προσωρινή επίλυση της αντίφασης, όμως, με τη μέθοδο που περιγράψαμε, δημιουργείται μια αντίφαση δεύτερου επιπέδου, η λύση της οποίας μας οδηγεί στον πυρήνα της πολιτικής σκέψης ατόμων και ομάδων σαν τους Terminal119. Η νέα αντίφαση είναι προφανώς ότι ακόμη και με αυτή την κατάτμηση του ιστορικού χρόνου και τις ευκαιριακές φωτογραφίσεις υπό συγκεκριμένες οπτικές γωνίες διαφόρων γεγονότων, κάθε υποκείμενο τελικά μπορεί να φέρει διάφορες πολιτισμικές ταυτότητες και αρκετές φορές αντικρουόμενες μεταξύ τους. Έτσι, για παράδειγμα, ένας Ισραηλινός (μια ταυτότητα) άντρας (δεύτερη) τι στάση θα τηρήσει απέναντι σε μια Παλαιστίνια (τρίτη) γυναίκα (τέταρτη) παρότι δεν ξέρει ότι είναι χριστιανή (πέμπτη) την ώρα που μαίνεται η τρομοκρατική επίθεση του ισραηλινού στρατού στο Λίβανο; Ή τι στάση θα τηρήσει μια Ισραηλινή απέναντι σε έναν Άραβα μετανάστη όταν μαθαίνει ότι ανατινάχθηκε ένα ακόμη λεωφορείο με Ισραηλινούς πολίτες από καμικάζι; Το πιο ωραίο παράδειγμα: Τι στάση θα τηρήσει ένα μέλος του Terminal119 απέναντι σε μια φεμινίστρια που συμμετέχει σε πορείες ενάντια στον πόλεμο του Λιβάνου και αθυροστομεί έξω από την ισραηλινή πρεσβεία;

Προφανώς, εναλλάσσοντας τις ταυτότητες και παγώνοντας το χρόνο σε διαφορετικές συγκυρίες δημιουργείται ένα χάος. Ο κάθε άνθρωπος καταλήγει, σύμφωνα με αυτή την ανάλυση, να έχει ατομικά συμφέροντα που προσδιορίζονται από τη συγκυρία και από το πώς επηρεάζεται η συγκεκριμένη ταυτότητα από όλες εκείνες που φέρει κάθε φορά. Αυτή είναι εξάλλου και η έννοια του πολίτη του δημοκρατικού συστήματος, δηλαδή του αποκομμένου από την κοινωνία ατόμου που ζει σε μια κατακερματισμένη πραγματικότητα. Δημιουργείται, δηλαδή, η συνθήκη για τον πόλεμο όλων εναντίον όλων που τρέφει την καπιταλιστική κοινωνία. Τότε όμως πώς θα φτάσει η ιστορία στο σημείο της σύγκρουσης εκείνο που θα οδηγήσει στον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας;

Δε θα φτάσει ποτέ. Γιατί οι Terminal119 και οι φίλοι τους δεν πιστεύουν στην κοινωνική σύγκρουση, θεωρούν την ταξική πάλη μεταφυσική. Αυτό που θα γίνει (όπως και σε κάθε φιλελεύθερο όραμα) είναι ότι η ζύμωση μεταξύ των ατόμων θα οδηγήσει την κοινωνία να αυτοθεσμιστεί. Δηλαδή θα γίνει το εξής ωραίο: Ένα σύνολο αλληλοσπαρασσόμενων ατόμων θα κατορθώσει να ορίσει τους θεσμούς ισότητας, δηλαδή εξισορρόπησης των διαφορετικών συμφερόντων του κάθε ατόμου. Πως θα φτάσει η ζύμωση σε αυτό το ανώτερο σημείο;

Μα, με την πολιτική! Ανεξάρτητα από το αν κάποιος ή κάποια συγκεντρώνει καλές (αδύναμες, δηλαδή, γυναίκα, Εβραίος, μετανάστης) και κακές (εξουσιαστικές) ταυτότητες (άντρας, ισλαμιστής, Έλληνας, Γερμανός) θα σκεφτεί και θα λειτουργεί ως φορέας μόνο των «καλών» ταυτοτήτων. Βέβαια, ένας φορέας μόνο κακών ταυτοτήτων (πχ ένας Έλληνας ή Γερμανός άνδρας) πρέπει να προσπαθήσει πολύ για να αποτινάξει τον κακό εαυτό του και να απελευθερωθεί από τις «αμαρτίες» της ταυτότητας του.

Θα απαντήσει κανείς ότι αυτά τα πράγματα δε γίνονται. Ο μόνος τρόπος λοιπόν να δικαιολογήσει κανείς τις φαινομενικά πιο φευγάτες πολιτικές θέσεις είναι να κατανοήσει ότι πρόκειται για ιδεολογία. Οι ιδέες που φέρουν στο κεφάλι τους οι προλετάριοι και οι προλετάριες, όπως δείχνει το παράδειγμα των Terminal119 και των φίλων τους, είναι πολύ σημαντικές. Μπορούν να οδηγήσουν στις παραπάνω φετιχιστικές διαστροφές, οι οποίες φυσικά εξυπηρετούν το ένα από τα δύο στρατόπεδα του πραγματικού (υλικού) κοινωνικού πολέμου. Ας δούμε πως.

1. Με τον προκλητικό δημοκρατισμό τους (που κρύβεται πίσω από την πιο σικ ταμπέλα του αντιφασισμού), οι Terminal119 και οι συν αυτώ, στηρίζουν μια ιστορικά συγκεκριμένη πολιτική μορφή της εκμετάλλευσης του προλεταριάτου: αυτή της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας. Υποβαθμίζοντας τον αντισημιτισμό σε κάτι απόλυτα παράλογο που οφείλεται μόνο στην ψευδή συνείδηση και ταυτίζοντας τον με τις «δυνάμεις του Κακού», αποκρύπτουν το γεγονός ότι η ιδεολογία αυτή που χρησιμοποιήθηκε για να πειθαρχήσει το γερμανικό προλεταριάτο (και να εξοντώσει το εβραϊκό) τη δεκαετία του 1930, χρησιμοποιήθηκε ξανά εκατέρωθεν για να διαιρέσει το προλεταριάτο στην περιοχή της μέσης ανατολής στα χρόνια μετά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και να το ωθήσει στην αλληλοεξόντωση[31]. Έτσι, ενοχοποιείται μόνο το μέρος του κεφαλαίου που τάσσεται ενάντια στο κράτος του Ισραήλ και συνεπώς οι Terminal119 παρουσιάζουν το ισραηλινό κεφάλαιο ως το Καλό, ως κάτι που χρήζει αλληλεγγύης, γιατί βάλλεται από τις δυνάμεις του Κακού. H απεικόνιση του Άλλου ως μια αφηρημένη ενσάρκωση των δυνάμεων του Κακού προϋποθέτει μια επίσης αφηρημένη δύναμη, το εθνικό κράτος, ως φύλακα της εθνικής κοινότητας που βάλλεται. Ο αντιγερμανισμός, ειδική μορφή του αντιφασισμού, αναπαράγει την ίδια λογική στην οποία υποτίθεται ότι εναντιώνεται. Αντιλαμβάνεται το κράτος του Ισραήλ όχι σαν ένα καπιταλιστικό κράτος που καθορίζεται από τις ταξικές σχέσεις αλλά σαν κράτος που συμπυκνώνει την εθνική υπόσταση «Εβραίος».

2. Κατακεραυνώνοντας τις πολιτικές δυνάμεις του Ισλάμ ως φασιστικές, στην πραγματικότητα δικαιώνουν τις πολιτικές δυνάμεις του Ισραήλ (γιατί αυτές είναι δημοκρατικές). Εν τέλει, αναγκαστικά φτάνουν στο σημείο να δικαιώσουν το κράτος του Ισραήλ, το οποίο αποτελεί τη συλλογική πολιτική έκφραση του ισραηλινού κεφαλαίου. Επεκτείνοντας την αντιφασιστική ιδεολογία στα αναμενόμενα άκρα της, οι Cafe Morgenland φτάνουν στο σημείο να υπερασπιστούν και άλλα κράτη και στρατούς πέρα από το κράτος του Ισραήλ. Αναδημοσιεύουν οι Terminal119:

Με την ευκαιρία φέτος της επετείου του βομβαρδισμού της Δρέσδης, έσχιζε τα ιμάτιά του ο Ριζοσπάστης αλλά και άλλες αριστερές φυλλάδες για το «έγκλημα των Άγγλων ενάντια στον άμαχο πληθυσμό», παραποιώντας την ιστορική αλήθεια (η Δρέσδη ήταν ο κεντρικός κόμβος μεταφοράς και τροφοδότησης με πολεμικό υλικό των γερμανικών στρατευμάτων, πράγμα που είχε γίνει πονοκέφαλος για τον κόκκινο στρατό), αναμασώντας έτσι την προπαγάνδα των Γερμανών νεοναζήδων (που έκαναν μάλιστα φέτος και μεγάλες διαδηλώσεις με ακριβώς το ίδιο περιεχόμενο).

Αλλά και ανεξάρτητα από την στρατηγική ή όχι θέση της Δρέσδης: «Όταν πέταξα πάνω από την Δρέσδη και έριξα τις Βόμβες, δεν είχα γνώση του Άουσβιτς. Αν τότε το γνώριζα θα πετούσα από πάνω της άλλες τρεις φορές», έλεγε ένας Βετεράνος Άγγλος πιλότος αντιφασίστας[32].

Στην τελευταία αυτή φράση, πέρα από το φρικιαστικό σημείο που φτάνει ο αντιγερμανισμός των Cafe Morgenland, εμφανίζεται σε όλο της το μεγαλείο η θέση για τον ιστορικό διαχωρισμό του κεφαλαίου σε φασιστικό (κακό) και αντιφασιστικό (καλό) στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο[33]. Συμμερίζονται λοιπόν πλήρως την επιχειρηματολογία που χρησιμοποίησαν οι σύμμαχοι στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για να δικαιολογήσουν τα δικά τους εγκλήματα, όπως το βομβαρδισμό των αμάχων της Δρέσδης ή την πυρηνική βόμβα στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, όπως και το ίδιο το έγκλημα-πόλεμος.

3. Συντασσόμενοι πλήρως με την προπαγάνδα της κυβέρνησης του Ισραήλ ότι ο πόλεμος στο Λίβανο είναι ένας «δίκαιος πόλεμος αυτοάμυνας», δικαιολογούν την παρούσα στρατηγική του ισραηλινού κεφαλαίου απέναντι στον εσωτερικό του εχθρό: το ισραηλινό προλεταριάτο. Το ισραηλινό κράτος, με τη συμφωνία του Όσλο, προσπάθησε να εξαναγκάσει τους Ισραηλινούς Εβραίους προλετάριους να υποταχθούν στην αναδιάρθρωση του χωρίς να κάνει επεκτατικό πόλεμο. Ταυτόχρονα, διατηρούσε τους Ισραηλινούς Άραβες σε κατώτερη θέση και συνεπώς τη διαίρεση του ισραηλινού προλεταριάτου σε θρησκευτική-φυλετική βάση. Όσο όμως οι τελευταίοι αποτελούν σημαντικό κομμάτι του ισραηλινού πληθυσμού τόσο πιο δύσκολο θα είναι να αποτελούν ένα συμπιεσμένο εργατικό στρώμα κάτω από το εβραϊκό. Η αναδιάρθρωση συνάντησε την εργατική αντίσταση και το ισραηλινό κράτος προσπάθησε να απαντήσει στην κοινωνική αναταραχή με την επέκταση των εποικισμών. Αυτή του η κίνηση συμπαρέσυρε κάθε προηγούμενη προσπάθεια βελτίωσης των εμπορικών σχέσεων με το αραβικό κεφάλαιο και κάθε διεθνή συμφωνία. Έκτοτε το ισραηλινό κράτος είναι αναγκασμένο να ακολουθεί το στρατηγικό σχέδιο των ΗΠΑ και να αρπάζει ότι μπορεί. Στρατηγικά μετέφερε το βάρος της πολιτικής του στην «εβραιοποίηση» της ισραηλινής επικράτειας. Πρώτα προσπάθησε να «εβραιοποιήσει» αραβικές περιοχές εντός της πράσινης γραμμής. Αυτό το έκανε με νόμους που απέτρεπαν τους Ισραηλινούς άραβες άντρες και γυναίκες να παντρευτούν παλαιστίνιες/ους. Η νομοθεσία αυτή οδήγησε αρκετούς Ισραηλινούς άραβες να εμπλακούν στη δεύτερη Ιντιφάντα. Η δεύτερη κίνηση του ήταν η «αναγκαστική» αποχώρηση από τη Γάζα. Χωρίς τη Γάζα ο αραβικός πληθυσμός του ισραηλινού κράτους μειωνόταν κατά 1,3 εκατομμύρια. Φαίνεται ότι τα προβλήματα του με το εβραϊκό ισραηλινό προλεταριάτο είναι τέτοια που η μόνη λύση είναι η μέγιστη δυνατή «εβραιοποίηση» του πληθυσμού του και οι ΗΠΑ του έδωσαν το πράσινο φως. Το Ισραήλ παράλληλα με τη στρατιωτική επιχείρηση στον Λίβανο έκανε μια άλλη πολύ σημαντική από τακτική άποψη επιχείρηση: συμπίεσε ακόμη περισσότερο με φονικές επιθέσεις τις δυνατότητες επιβίωσης στη Γάζα, κάτι που ήταν πιο εύκολο να γίνει χωρίς τους (8.000) Εβραίους κατοίκους. Οι φωνές από την πλευρά του ισραηλινού προλεταριάτου ενάντια στον πόλεμο μας παρουσιάστηκε αρχικά ότι ήταν λίγες και αδύναμες. Αλλά η κυβερνητική κρίση και κυρίως οι πολύ δυναμικές απεργίες[34] που ξέσπασαν μετά το προσωρινό του τέλος άλλο δείχνουν.

Ο αντιγερμανισμός μπροστά στον καθρέφτη

Τίποτα, λοιπόν, από την επιχειρηματολογία των αντιγερμανών δεν έρχεται σε αντίθεση με το σχήμα Εβραίος → θύμα του αντισημιτισμού → πρέπει να τον προστατέψουμε[35]. Το πιο ωραίο από όλα όμως σ’ αυτήν την ιστορία είναι ότι σχεδόν όλα τα παραπάνω μπορούν να αλλάξουν πρόσημο και να εφαρμοστούν στους αντι-ιμπεριαλιστές πολιτικούς αντιπάλους των Terminal119. Μόνο η ελληνική ιστορική συγκυρία κάνει τη θέση των Terminal119 να φαίνεται παράδοξη και την αντι-ιμπεριαλιστική θέση πιο λογική (στη Γερμανία ο αντιγερμανισμός, αυτός ο μεταμοντέρνος αντι-ιμπεριαλισμός, δε φαίνεται και τόσο παράδοξος. Αποτελεί κομμάτι της σύγχρονης αριστεράς).

Τα αντισημιτικά στοιχεία της αριστεράς που δικαιολογούν τον εαυτό τους στις θηριωδίες του ισραηλινού κράτους από τον πόλεμο του 1967 και μετά είναι η άλλη όψη του νομίσματος του φιλελεύθερου αντιγερμανισμού. Και οι αριστεροί αντι-ιμπεριαλιστές, προσπαθώντας να περάσουν τις εθνικιστικές (που συγκυριακά εμφανίζονται ως φιλο-ισλαμικές θέσεις τους)[36], αναγκάζονται να τσουβαλιάσουν όλους τους Ισραηλινούς σε «δολοφόνους». Τι διαφορά έχει από το τσουβάλιασμα των Αράβων από το κεφάλαιο σε «τρομοκράτες»; Καμιά.

Στην πραγματικότητα τα δύο (υποτίθεται αντίπαλα) στρατόπεδα συναντιούνται στη βασική αρχή που λέει ότι: η ιδεολογία του ρατσισμού (των αντιπάλων) είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τις σφαγές. Τώρα γιατί εμφανίζεται και επικρατεί τελικά ρατσισμός είναι ψιλά γράμματα. Επίσης, το τι θεωρείται ρατσισμός, δηλαδή η αντισημιτική ή η αντιαραβική ή η αντιγερμανική μορφή του, εξαρτάται από το ποιο στρατό υποστηρίζει κανείς. Εκείνο που δε μπορούν να δουν είναι ότι ο ρατσισμός δεν είναι μια περίεργη αρρώστια του ανθρώπινου πνεύματος, μια «εκ του μηδενός ανθρώπινη δημιουργία», αλλά μια ιδεολογία που γεννιέται μέσα σε συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες και έχει συγκεκριμένες κοινωνικές αιτίες. Εκείνο που είναι βέβαιο είναι πως σε όλες τις ιστορικές περιπτώσεις στις οποίες η μια ή η άλλη μορφή της ρατσιστικής ιδεολογίας επικράτησε κοινωνικά -και συνεπώς είχε σημαντική ισχύ και μέσα στην εργατική τάξη- υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό: το κράτος ήταν αυτό που προώθησε πολιτικά το ρατσισμό, αποσκοπώντας φυσικά στη διαίρεση του προλεταριάτου και στην κάμψη της μαχητικότητας του. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και η περίπτωση της Γερμανίας του μεσοπολέμου. Επίσης ένα κοινό χαρακτηριστικό στην πολιτική ατζέντα των φασιστικών κομμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα είναι η προστασία του μικροαστικού κεφαλαίου από την επίθεση που δέχεται στις ιστορικές φάσεις της αναδιάρθρωσης και ολοκλήρωσης του κεφαλαίου. Το ποια φυλή θα τεθεί στο στόχαστρο του ρατσισμού είναι αποτέλεσμα της ιστορικής συγκυρίας, των κληρονομημένων παραδόσεων (και ο αντισημιτισμός ήταν παραδοσιακό φαινόμενο στην κεντρική Ευρώπη)[37] και φυσικά του συσχετισμού δυνάμεων του κεφαλαίου με το προλεταριάτο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι πρώτα έπρεπε το κεφάλαιο να νικήσει κατά κράτος το γερμανικό προλεταριάτο για να δημιουργηθούν οι συνθήκες της μαζικής δολοφονίας των Εβραίων.

***

O αριστερός αντισημιτισμός και ο φιλελεύθερος αντιγερμανισμός είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: Πρόκειται για πολιτικές θέσεις που στηρίζουν το κεφάλαιο στις διάφορες μορφές του. Όταν η κοινωνική σύγκρουση των τάξεων διαμεσολαβείται από το πολιτικό στοιχείο (τη σύγκρουση φραξιών του κεφαλαίου), τότε το κεφάλαιο ως δυναμική κοινωνική σχέση ενδυναμώνεται. Εκείνο που αποδυναμώνεται είναι το προλεταριάτο. Οι δημοκράτες βοηθούν αυτή την αποδυνάμωση είτε είναι αντι-ιμπεριαλιστές και συνεπώς τάσσονται με τον Δαβίδ του κεφαλαίου (το παλαιστινιακό κράτος) είτε είναι μεταλλαγμένοι φιλελεύθεροι και τάσσονται με τον Γολιάθ, του κεφαλαίου πάντα.

Όλες οι μορφές των εθνικισμών βρίσκουν έδαφος να βλαστήσουν σε μια εποχή που η τάξη έχει αποσυντεθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Οι απελπισμένες προσπάθειες των Terminal119, των Cafe Morgenland και των αντι-ιμπεριαλιστών αντιπάλων τους να βρουν μια κοινότητα κάτω από κάποια σημαία δείχνει αφενός πόσο πρέπει να προσπαθήσουμε όλοι να ξεπεράσουμε τα ιδεολογικά όρια της σκέψης μας και αφετέρου πως μόνο αν συμμετέχουμε στους κοινωνικούς αγώνες εδώ, στην καθημερινότητά μας, και δε μένουμε θεατές της ενδο-καπιταλιστικής διαμάχης θα μπορέσουμε να θέσουμε σε πραγματική κριτική τον κόσμο που ζούμε.

Woland & Bequemot

Σημειώσεις:
1. «Σχετικά με τη (φερέλπιδα) συλλογικότητα TRiSTERO και την (απελπισμένη) διάλυσή της», Νοέμβρης 2005. Το κείμενο αυτό, όπως και οι δύο καταγγελίες, υπάρχουν επίσης στην ιστοσελίδα τους. Λίγο καιρό πριν να κλείσει η ύλη του παρόντος τεύχους, εκδόθηκε και το πρώτο τεύχος του περιοδικού Terminal119 (η 2η έντυπη παρουσία τους) το οποίο ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με την πολιτική υπεράσπιση του κράτους του Ισραήλ και την προσπάθεια αναγωγής του αντισημιτισμού στην κυριότερη ιδεολογική αρρώστια της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας. Εξαιτίας των χρονικών περιορισμών, αρκεστήκαμε στο να συμπεριλάβουμε λίγα μόνο από τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο περιοδικό τους. Οφείλουμε, επίσης, να προσθέσουμε ότι, παρόλο που το TRiSTERO δεν είχε ποτέ διατυπώσει εθνικιστικές απόψεις, ο ιδεαλισμός και ο δημοκρατισμός του παρείχε το κατάλληλο έδαφος στους κληρονόμους του για να χτίσουν πάνω του τη φιλο-ισραηλινή φιλολογία τους.
2. Όσον αφορά το Cafe Morgenland, δεν ισχύει αυτό το «ξαφνικά». Η συγκεκριμένη «αντιφασιστική ομάδα μεταναστών» έχει μια ιστορία αρκετών ετών πολιτικής δράσης στη Γερμανία. Παρόλο που δεν αυτοαποκαλείται anti-deutsch, χαρακτηρίζεται από αντιγερμανικές απόψεις (όπως θα δείξουμε και παρακάτω), αναφερόμενη «στους Γερμανούς» ως «εθνικό κορμό», στην «εθνική» ή «λαϊκή συναίνεση» κλπ. Για να αντιληφθεί κανείς το θεωρητικό πλαίσιο των πολιτικών απόψεων της ομάδας Cafe Morgenland πρέπει να διαβάσει το κείμενο τους «Ναι ρε, Αλβανοί!», που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα των Terminal119. Εκεί θα διαπιστώσει ότι επαναστατικό είναι να κάνει κανείς πορείες με αλβανικές σημαίες, το μόνο επαναστατικό αίτημα όσον αφορά το εκπαιδευτικό ζήτημα είναι να διδάσκονται στα αλβανικά και από Αλβανούς δασκάλους οι Αλβανοί μετανάστες και ότι τα αιτήματα του πρόσφατου φοιτητικού κινήματος των καταλήψεων και της απεργίας των δασκάλων ήταν ηλίθια (η έμφαση δική τους).
3. «Το Ολοκαύτωμα δεν αφορά μόνο τους Εβραίους, είναι ένα παγκόσμιο σύμβολο ενάντια σε κάθε μορφής ολοκληρωτισμό και φασισμό», υπογράμμισαν ο υπουργός Μεταφορών του Ισραήλ, Μέιρ Σιτρίτ, και ο πρόεδρος της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, Ντέιβιντ Σαλτιέλ, στη διάρκεια της τελετής που πραγματοποιήθηκε στις 27/1/2005 στο Μνημείο του Ολοκαυτώματος των 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης. […] Ο υφυπουργός Εξωτερικών Γιάννης Βαληνάκης, που εκπροσώπησε τον υπουργό Πέτρο Μολυβιάτη, δήλωσε μεταξύ άλλων: «Η Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος είναι μια μέρα σημαντική για όλους μας. Οι λαοί που δεν έχουν μνήμη δεν έχουν μέλλον. Πρέπει, λοιπόν, να θυμόμαστε έτσι ώστε αυτές οι απάνθρωπες πράξεις της βαρβαρότητας του παρελθόντος να μην επαναληφθούν ποτέ στο μέλλον». […] Ο πρέσβης της Γερμανίας Άλμπερτ Σπίγκελ είπε ότι εκπροσωπεί τη χώρα που ευθύνεται για το Ολοκαύτωμα. «Να μην λησμονήσουμε τα εγκλήματα και τα θύματα» σημείωσε και χαρακτήρισε τρομακτικούς και ασύλληπτους τους αριθμούς των ανθρώπων που εξοντώθηκαν (πηγή: in.gr, 27/1/2005).
4. Ενδεικτικά δείτε την προκήρυξη του Cafe Morgenland με τίτλο «Wir kennen Euch alle!». Απευθυνόμενη προς αντισημίτες Γερμανούς σχετικά με τον κίνδυνο επανάληψης ενός Ολοκαυτώματος: «Ως εκ τούτου, πρέπει εμείς να εμποδίσουμε όσο το δυνατόν κάτι τέτοιο. Και καλύτερα να σας πούμε […] για τις έντονα αυξανόμενες σήμερα εβραϊκές κοινότητες στη Γερμανία και στο Ισραήλ, που στο μεταξύ διαθέτει έναν καλά εξοπλισμένο στρατό (με ή χωρίς τανκς). Για να προστατεύσει τις Εβραίες και τους Εβραίους στην περίπτωση της περίπτωσης. Για να μην επαναληφθεί ποτέ ό,τι προκάλεσαν οι παππούδες και γιαγιάδες σας, οι θείοι και θείες σας». Η έμφαση σε όλα τα αποσπάσματα είναι δική μας.
5. Από το κείμενο «Όταν πέφτουν οι μάσκες».
6. Ακριβώς όπως για τη φιλο-αραβική αντι-ιμπεριαλιστική φράξια του χώρου αποδίδεται στο παλαιστινιακό προλεταριάτο το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής του κράτους τους έτσι και για τη φιλο-ισραηλινή: Οι Ισραηλινοί προλετάριοι φτιάχνουν ό,τι κράτος θέλουν και δε θα τους πούμε εμείς τι να κάνουν.
7. Μετάφραση από το κείμενο των Cafe Morgenlad, «Gott schutze Israel vor seinen Feinden und bewahre es vor seinen “Freunden”», δηλαδή «Ο Θεός να σώσει το Ισραήλ από τους εχθρούς του και να το φυλάει από τους “φίλους” του». Το κείμενο κλείνει με τα συνθήματα: «Αλληλεγγύη στο κράτος του Ισραήλ – Γερμανία βούλωστο».
8. Σύμφωνα με τη δική μας αντίληψη, ο σιωνισμός είναι μια μορφή οργανικού εθνικισμού, ο οποίος, όπως και ο αντισημιτισμός, έχει ως εχθρό την αφηρημένη και απροσδιόριστη φύση της καπιταλιστικής σχέσης. Ειδικότερα οι θεσμοί του εργατικού σιωνισμού (συμπεριλαμβανομένων των κιμπούτς) αποτέλεσαν την υλική και ιδεολογική βάση του ισραηλινού κράτους. Για μια διεξοδική ανάλυση αυτής της άποψης: «Ο Σιωνισμός ως εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα», παράρτημα του βιβλίου Πίσω από την Ιντιφάντα του 21ου αιώνα, εκδόσεις Κόκκινο Νήμα, 2005, www.kokkinonima.gr.
9. Mark Mazower, SALONICA city of Ghosts, Christian, Muslim and Jews 1430-1950, εκδόσεις Harper Perennial.
10. «Η κρυφή γοητεία του αριστερού αντισημιτισμού», Cafe Morgenland.
11. Συλλογή άρθρων Οι Εβραίοι της Ελλάδας στην Κατοχή, εκδόσεις Βάνιας.
12. Τα δύο παραπάνω αποσπάσματα από το 1ο τεύχος των Terminal119, (η έμφαση και τα ερωτηματικά δικά μας).
13. Την αγανάκτησή τους σχετικά με τη συνωμοσιολογία που εκφράζεται από την αριστερά για το ρόλο του ΚΙΣ δηλώνουν οι δυο ομάδες στο «Όταν πέφτουν οι μάσκες» τονίζοντας την ανησυχία τους για ένα πιθανό πογκρόμ απέναντι στους Εβραίους. Παρ’ όλα αυτά, δε φαίνεται να τους απασχολεί ότι θυματοποιούν έναν εθνικιστικό οργανισμό, ενταγμένο στο ελληνικό κράτος ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου που «Το έργο του επικεντρώνεται στο συντονισμό των δραστηριοτήτων των Εβραϊκών Οργανισμών, και σε ενέργειες για την διατήρηση της εβραϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς και ιστορίας. Παράλληλα, το ΚΙΣ είναι και το επίσημο όργανο αντιπροσώπευσης των Εβραϊκών Οργανισμών στην Ελλάδα και το εξωτερικό» (www.kis.gr). Ούτε φυσικά το ότι τα αρχεία του ΚΙΣ τους διαψεύδουν σε πολλά σημεία όπως φαίνεται παρακάτω.
14. Ο ρόλος του Ζβι Κόρετς (θα φανεί παρακάτω ότι) ήταν τουλάχιστον αμφιλεγόμενος.
15. Συλλογή άρθρων Οι Εβραίοι της Ελλάδας στην Κατοχή.
16. Ό.π.
17. Ό.π.
18. Ο εμπρησμός της εβραϊκής συνοικίας Κάμπελ είναι το πιο σημαντικό από τα γεγονότα της έκρηξης του αντισημιτισμού του Ιουνίου 1931.
19. Σπονδυλική στήλη του εγχώριου φασισμού στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου ήταν μια οργάνωση που γεννήθηκε και «ανδρώθηκε» στη Θεσσαλονίκη: η «Εθνική Ένωσις Ελλάς» (ΕΕΕ), γνωστότερη σαν «τα Τρία Έψιλον» ή «οι Χαλυβδόκρανοι». Ιδρύθηκε το 1927 με στόχο της την «άμυνα του έθνους» απέναντι σε όλα εκείνα τα νεωτερικά ρεύματα που χαλούσαν την «προαιώνια τάξη» του τυπικού μικροαστού νοικοκύρη -όπως «η από του παγκοσμίου και εντεύθεν παρατηρουμένη έκλυσις των ηθών, η εν μέρει τάσις αρνήσεως της θρησκείας, η συνεχής υπονόμευσις της οικογενείας και πλήρης σχεδόν αδιαφορία περί την Εθνικήν υπόστασιν της Πατρίδος μας, ως επίσης και η εν Θεσ/νίκη και εν Μακεδονία εν γένει παρατηρηθείσα τάσις πάντων των οπωσδήποτε εγκατεστημένων ξένων στοιχείων, προς υπονόμευσιν παντός του Ελληνικού και εξυπηρέτησιν πάσης φύσεως ξένων συμφερόντων». Στους βασικούς εχθρούς συγκαταλεγόταν, φυσικά, και ο ταξικός συνδικαλισμός: οι «τριεψιλίτες» εργάτες αναλάμβαναν, διαβάζουμε, την υποχρέωση «απολύτου πειθαρχίας προς τας διαταγάς της διευθύνσεώς τους» και, γι’ αυτό το λόγο, απολάμβαναν την εμπιστοσύνη των εργοδοτών της πόλης (Έκθεσις συνοπτική επί των σκοπών και της δράσεως της Εθνικής Ενώσεως Ελλάς, Αρχείο Φίλιππου Δραγούμη, Γενάδειος Βιβλιοθήκη, φ.7.3, εγγρ.132γ). Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο του πολιτικού λόγου της ΕΕΕ ήταν όμως ο αντισημιτισμός – έκφραση σε μεγάλο βαθμό της διάθεσης των Ελλήνων εμπόρων της πόλης να εκτοπίσουν από την πιάτσα τους Εβραίους ανταγωνιστές τους. Πρόεδρος της οργάνωσης ήταν ο έμπορος Γ. Κοσμίδης, γραμματέας ο τραπεζικός Δ. Χαριτόπουλος και βασικός προπαγανδιστής της ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας Μακεδονία, Νίκος Φαρδής. Απόσπασμα του άρθρου: «Οι γαμπροί του Θερμαϊκού», Ιος της Κυριακής, 17/5/1998.
20. Δημοσθένης Δώδος, Οι Εβραίοι στις Εκλογές του 1915-1936, εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα, 2005.
21. Πολιτική ιδεολογία στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου. Η οργάνωση ΕΕΕ και τα συνεργαζόμενα σωματεία, Διπλωματική μεταπτυχιακή εργασία ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη.
22. Και τα δύο αποσπάσματα που παραθέτουμε εδώ είναι από το 1ο τεύχος του Terminal119.
23. Tim Mason, «The Workers’ Opposition in Nazi Germany», History Workshop Journal, no. 11, 1981.
24. «Detailed memorandum of Ministries of Labour and Economics on labour policy and legislation for the new Four Year Plan», Mason, Arbeiterklasse, doc-no. 3.
25. Tim Mason, «The Workers’ Opposition in Nazi Germany».
26. Τόση εθνική ομοιογένεια υπήρχε λοιπόν που στέλνανε τους ίδιους τους Γερμανούς προλετάριους σε στρατόπεδα εργασίας…
27. Aly & Heim, «The Economics of the Final Solution», Common Sense, τεύχος 11, Χειμώνας 1991.
28. H εκτίμηση ανήκει στον Helmut Meinhold που δούλευε στο «Ινστιτούτο για το Γερμανικό Σχεδιασμό στην Ανατολή» στην Κρακοβία. Ο Meinhold, μετά το πέρας του πολέμου, κλήθηκε από τη Βρετανική στρατιωτική κυβέρνηση ως ειδικός να συντάξει μια αναφορά σχετικά με την ανοικοδόμηση του Αμβούργου. Εκεί, επέστρεψε με μια ανάλυση που «έβλεπε» τις πολωνικές συνθήκες, τώρα πλέον στην «κοινωνία των δολοφόνων» (die Gesellschaft der Endloser). Υψηλός υπερπληθυσμός λόγω προσφύγων, κατεστραμμένες παραγωγικές υποδομές και έλλειψη κεφαλαίου. Η καταστροφή πληθυσμού δεν ήταν αντίστοιχη με την καταστροφή κεφαλαίου κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μεταξύ άλλων, παρουσίασε δυο λύσεις. Η πρώτη ήταν να δοθεί εργασία μόνο στο 50% του πληθυσμού το οποίο θα αναλάβει με μεγαλύτερους μισθούς την αναπαραγωγή των άλλων μισών. Η δεύτερη: […] Είναι επίσης δυνατόν να ακολουθήσουμε μια διαφορετική αφετηρία, ειδικά αν η πιθανότητα να βελτιωθούν τα πράγματα σύντομα είναι αμφισβητήσιμη. Έτσι θα μπορούσα να πω: στον αγώνα για επιβίωση, είναι προτιμότερο, αν το 75% του πληθυσμού που έχει αποδείξει την ικανότητά του, μείνει ζωντανό και οι υπόλοιποι πεθάνουν μεμιάς, από το να πεθάνουν από πείνα όλοι. Αν πραγματικά τίθετο θέμα επιλογής ανάμεσα στις δύο λύσεις, θα μπορούσαμε να δικαιολογήσουμε αυτή την οπτική. Προφανώς, στην Πολωνία παλαιότερα ακολούθησαν αυτήν την άλλη αφετηρία… (αναφέρεται στο «The Economics of the Final Solution»).
29. Aly & Heim, ό.π.
30. Δυστυχώς στο πρώτο τεύχος του περιοδικού τους αποδεικνύεται πως δεν είναι και τόσο δύσκολο. Ο καημένος ο στρατός έριχνε προκηρύξεις στις κατοικημένες περιοχές πριν τις βομβαρδίσει… χάνοντας το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Γ’ αυτό και «η ομοβροντία που έδωσε το Ισραήλ, μεθοδευμένη αλλά κυρίως θεαματική, φαινόταν να προδίδει την αμηχανία του» (!!!), όπως μας πληροφορούν στο περιοδικό τους. Τώρα πόσο «αμήχανη» μπορεί να είναι η πολεμική μηχανή ενός κράτους παραμένει ένα ανεξήγητο γεγονός.
31. Δες το «Ο Σιωνισμός ως εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα».
32. Cafe Morgenland, «Η κρυφή γοητεία του αριστερού αντισημιτισμού».
33. Για μια αναλυτική προσέγγιση του αντιφασισμού, γειωμένη στο ιστορικό παράδειγμα της Ισπανικής Επανάστασης, παραπέμπουμε στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου του Μάικλ Σάιντμαν, Η Αντίσταση των Εργατών στην Εργασία, εκδόσεις Κόκκινο Νήμα, με τίτλο: «Αυτοδιαχείριση + Αντιφασισμός = Επανάσταση;».
34. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μεγάλη απεργία στην κρατική επιχείρηση ηλεκτρισμού του Ισραήλ που κατάφερε να ανακόψει τα σχέδια του κράτους για αναδιάρθρωσή της. Οι απεργοί προέβησαν σε πράξεις σαμποτάζ που απείλησαν με κατάρρευση το ενεργειακό σύστημα της χώρας και ταυτόχρονα σταμάτησαν την έκδοση λογαριασμών επιφέροντας μεγάλο οικονομικό πλήγμα στον οργανισμό αλλά και πρόσκαιρη ανακούφιση των χαμηλού εισοδήματος καταναλωτών. Στα τέλη του περασμένου Νοέμβρη επίσης, μεγάλη γενική απεργία του δημόσιου τομέα στο Ισραήλ παρέλυσε τη χώρα, με αφορμή την μη-πληρωμή μισθών και συντάξεων σε περίπου 40.000 εργαζομένους και συνταξιούχους. Είχε προηγηθεί μεγάλη απεργία των δασκάλων (Οκτώβρης του 2006) τόσο στην Παλαιστίνη όσο και στο Ισραήλ, τραπεζικών υπαλλήλων, πανεπιστημιακών εργατών και υπαλλήλων που διαχειρίζονται τις αποσκευές στα αεροδρόμια. Απευθυνόμενος στους τελευταίους ο υπουργός τουρισμού του Ισραήλ δήλωσε: «Δεν είναι τρόπος αυτός να επανακάμψει ο τουρισμός μας από τον πρόσφατο πόλεμο στον Λίβανο!».
35. «Το Ισραήλ έθεσε σε συναγερμό τον κόσμο για ένα ακόμη κύμα αντισημιτισμού στις αρχές της δεκαετίας του 1980, αμέσως μόλις δέχθηκε χωρίς προηγούμενο επικρίσεις για την εισβολή του και την κατοχή του Λιβάνου. Αυτό που διέκρινε το νέο αντι-σημιτισμό από τον παραδοσιακό αντιεβραϊκό ρατσισμό του είδους που οδήγησε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας, έλεγαν οι κήρυκές του, ήταν ότι αυτή τη φορά περιλάμβανε την προοδευτική αριστερά μάλλον αντί για την άκρα δεξιά. Οι καινούριοι ισχυρισμοί σχετικά με το νέο αντισημιτισμό πήραν ζωή την άνοιξη του 2002, με την αγγλόφωνη ιστοσελίδα της σοβαρής φιλελεύθερης καθημερινής εφημερίδας, της Haaretz, η οποία για πολλούς μήνες εμφάνιζε ένα ηλεκτρονικό αφιέρωμα με άρθρα πάνω στο «Νέο Αντισημιτισμό», προειδοποιώντας ότι το «παμπάλαιο μίσος» αναβίωνε στην Ευρώπη και στην Αμερική. Το μότο σύντομα άρπαξε η Jerusalem Post, μια δεξιά Αγγλόφωνη εφημερίδα που χρησιμοποιείται τακτικά από το Ισραηλινό καθεστώς ώστε να επιτύχει αυτό υποστήριξη για τις πολιτικές του ανάμεσα στους Εβραίους της Διασποράς» (Απόσπασμα από το άρθρο του Jonathan Cook, «Από το Νέο “Αντι-Σημιτισμό” στο Πυρηνικό Ολοκαύτωμα», μετάφραση από Aldion στο indymedia).
36. Σκεφτείτε να τα είχε φέρει έτσι η εξέλιξη του κεφαλαίου που η σύγκρουση να γινόταν μεταξύ Σουηδών και Φιλανδών. Ε, πάλι τα ίδια θα είχαμε…
37. Ο αντισημιτισμός ήταν ένα σημαντικό κοινωνικό ζήτημα στην Ευρώπη από την προκαπιταλιστική περίοδο, όταν η χριστιανική εκκλησία (ανεξαρτήτως δόγματος) είχε μεγάλο μερίδιο της πολιτικής εξουσίας.